OSLO BERGEN TRAIL 2023 - Μία βροχερή περιπέτεια στη Νορβηγία!

Το Oslo Bergen Trail διοργανώνεται από την εθελοντική οργάνωση  Langt og Lenge. Ένας εθελοντικός οργανισμός που ιδρύθηκε από λάτρεις του τρεξίματος στη Νορβηγία. Με τη διοργάνωση αγώνων δημιουργεί προκλήσεις, εμπειρίες, χαρά και φιλία στους συμμετέχοντες. Ο οργανισμός διοικείται σύμφωνα με την αρχή του μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Η πρώτη διοργάνωση έλαβε χώρα το 2021και διεξάγεται ανά διετία. Το 2023 ήταν η δεύτερη διοργάνωση.

Σύμφωνα με τον κανονισμό του αγώνα στη διάσχιση από το Oslo στο Bergen μπορούσαν να πάρουν μέρος μόνο ομάδες των δύο ή των τριών αθλητών αποτελούμενες μόνο από άνδρες ή γυναίκες αλλά και μεικτές. Οι αθλητές θα πρέπει να είναι μαζί και μόνο στην ομάδα των τριών επιτρέπεται να εγκαταλείψει ο ένας.  Μια διαδρομή 512 χιλ με 18.000 μ θετική υψομετρική διαφορά σε διάστημα εννέα ημερών, από τις 6 έως τις 15 Ιουλίου.

Επιλέξαμε τον αγώνα αυτό, ύστερα από πρόταση του Γιάννη Ιωάννου από πολύ νωρίς, κάπου κοντά στην Πρωτοχρονιά. Αναθέσαμε στον Ιωάννου να ασχοληθεί με όλα τα διαδικαστικά, εγγραφές, αεροπορικά εισιτήρια, ξενοδοχεία. Θα συμμετείχαμε ως ομάδα Greek Trinity, όπως και πέρσι στην Ελβετία. Στην επιλογή αυτού του αγώνα βάρυνε το γεγονός ότι ήταν στην αρχή του καλοκαιριού, και δεν θα είχαμε τη βάσανο της προετοιμασίας μέσα στο θερμό Ελληνικό καλοκαίρι όπως τόσα χρόνια μέχρι τώρα.

Το Oslo Bergen Trail 2023 κινδύνεψε να αναβληθεί λόγω της μικρής συμμετοχής. Το 2021 είχαν δηλώσει συμμετοχή 30 ομάδες και τώρα ούτε οι μισές. Σε αντιστάθμισμα οι Νορβηγοί πρόσθεσαν και διαδρομές των 100 και 200 χιλ για μεμονωμένους αθλητές. Με αυτό τον τρόπο σώθηκε η διοργάνωση 2023.

Αυτή η επιλογή όμως είχε ένα προβληματικό σημείο. Ακριβώς το γεγονός ότι ήταν στην αρχή του καλοκαιριού, δεν μας έδινε τη δυνατότητα να βρεθούμε και οι τρεις ως ομάδα και να προπονηθούμε μαζί. Λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων δεν μπορέσαμε να κάνουμε ούτε μια κοινή προπόνηση. Βρεθήκαμε μαζί μόνο στον αγώνα. Έτσι πιστεύω, χάθηκε το πνεύμα της ομαδικότητας. Θυμάμαι παλιότερα πόσες πολυήμερες προπονήσεις κάναμε στην ορεινή Αργιθέα μόνο και μόνο για να «δέσει» η ομάδα.  Να προσθέσουμε στην εξίσωση ότι ο καθένας μας κουβαλούσε κάποιους μικροτραυματισμούς.

Στην πορεία βρέθηκαν και άλλοι ενδιαφερόμενοι για τον συγκεκριμένο αγώνα. Ο Γιάννης Μπάγιος, ο Θανάσης Μίχας και ο Κώστας Μάνγγος. Αυτοί σχημάτισαν την Ελληνική ομάδα Greek Mountain Runners.  

Εξασφαλίσαμε από την εταιρεία διατροφικών ειδών Maurten, μια καλή χορηγία  σε όλη την ομάδα Greek Trinity, σε gel, μπάρες και drink Mix, με παρέμβαση της φίλης μας Κικής Ποιμενίδου και την ευχαριστούμε γι’ αυτό. Τα υλικά αυτής της χορηγίας αποτέλεσαν και τη διατροφική μας βάση σε όλη τη διάσχιση.

Φύγαμε για το Oslo ξεχωριστά. Τη Δευτέρα 3 Ιουλίου, οι Γιάνης Μπάγιος και Κώστας Μάνγγος, ενώ την Τρίτη 4 Ιουλίου οι Γιάννης Ιωάννου, Νεόφυτος Παπαδόπουλος, Θανάσης Μίχας και Μιχάλης Παπαδόπουλος. Προσγειωθήκαμε με θερμοκρασία 13ο C  στο βροχερό Oslo στις 14:50 ύστερα από 3,5 ώρες αεροπορικό ταξίδι απευθείας από την Αθήνα με τη SAS.

 

 

Τακτοποιηθήκαμε σε ξενοδοχείο στο κέντρο του Oslo και το απόγευμα συναντηθήκαμε με τους υπόλοιπους (Μπάγιο, Μάνγγο) για μια βόλτα στην πόλη. Ο Μπάγιος με τον Μάνγγο προηγουμένως είχαν κάνει μια αναγνώριση για τις μετακινήσεις στο Oslo και μας ενημέρωσαν. Πέρα από τα χαρακτηριστικά σκανδιναβικά κτήρια, τους καθαρούς δρόμους, το παλάτι, τα μουσεία και το λιμάνι, εντυπωσιακή είναι η ησυχία της πόλης. Όλα σχεδόν τα αμάξια, τα λεωφορεία που κυκλοφορούν είναι ηλεκτροκίνητα. Επίσης εντυπωσιάζει το γεγονός ότι είναι 23:00 το βράδυ και έχει ακόμη ήλιο, ενώ λόγω των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών το χειμώνα, υπάρχουν μεγάλοι σκεπαστοί διάδρομοι που επικοινωνούν με το μετρό,  τον σταθμό των τρένων, την κεντρική αγορά για να διευκολύνουν την μετακίνηση των πολιτών.

 

 

Την άλλη μέρα, Τετάρτη 5 Ιουλίου, επισκεφτήκαμε το κεντρικό κατάστημα της DΝΤ (κάτι σαν τον δικό μας ΕΟΤ) για να γραφτούμε μέλη και να παραλάβουμε το κλειδί με το οποίο θα μπορούσαμε στη διάρκεια του αγώνα να μείνουμε σε κάποιο από τα πολλά καταφύγια ανάγκης. Στο κατάστημα αυτό συμπληρώσαμε τον υποχρεωτικό εξοπλισμό μας και κάναμε κάποιες αγορές. Το μεσημέρι μας προσκάλεσε ο Γιάννης Μπάγιος στο διαμέρισμά τους και γευτήκαμε το δικό μας pasta party. Το απόγευμα πήραμε το τρένο και μετά από μια ώρα ανεβήκαμε ψηλά στο λόφο έξω από το Οslo στο ξενοδοχείο Soria Moria, που ήταν το κέντρο της διοργάνωσης και η εκκίνηση του αγώνα.

 

 

Εκεί έγινε συνάντηση με τη διοργάνωση και με τις υπόλοιπες ομάδες. Επίσης μάς έγινε εξονυχιστικός έλεγχος του υποχρεωτικού εξοπλισμού και μοιράσαμε τα υλικά μας στα δύο drop Bags της διοργάνωσης. Το μεγάλο drop bag θα μας ακολουθούσε στους επτά σταθμούς τροφοδοσίας και το μικρό στον πέμπτο απομακρυσμένο σταθμό. Ακολούθησε η τεχνική ενημέρωση. Η διαδρομή είχε αλλάξει σε κάποιο σημείο, γιατί το κανονικό μονοπάτι είχε πλημμυρίσει και επίσης σε περίπτωση κινδύνου θα έπρεπε να επικοινωνήσουμε με το 113 της Νορβηγίας και όχι με τη διοργάνωση!!!!!

 

 

Πίνοντας καφέ μετά την τεχνική ενημέρωση, αποφασίσαμε να ολοκληρώσουμε τη διάσχιση και οι δύο ομάδες μαζί.

Πέμπτη 6 Ιουλίου. Ξυπνήσαμε στις 4 το πρωί. Έξω βρέχει και κατά διαστήματα δυναμώνει. Ετοιμάζουμε το σακίδιό μας το οποίο είναι αρκετά βαρύ-κάπου κοντά στα οκτώ κιλά. Φοράμε τα αδιάβροχά μας και μαζί με τις βαλίτσες και τα sac voyage ξεκινάμε για το σταθμό του τρένου. Εκεί συναντάμε και την άλλη Ελληνική ομάδα και φεύγουμε για το ξενοδοχείο Soria Moria. Από το σταθμό αποβίβασης μέχρι το ξενοδοχείο είναι μια απόσταση ενός χιλιομέτρου. Μπαίνουμε βρεγμένοι στο ξενοδοχείο. Παραδίδουμε τα sac Voyage  στη διοργάνωση για να τα μεταφέρει στο Bergen, στο χώρο τερματισμού. Στις οκτώ το πρωί κάτω από βροχή δίνεται η εκκίνηση. Με χαρά μεγάλη ξεκινάμε όλες οι ομάδες. Βαδίζουμε τη μικρή ανηφόρα, περνάμε πάνω από το σταθμό του τρένου και μπαίνουμε σε κατηφορικό δασωμένο μονοπάτι. Μικρές εξάρσεις ανηφόρας και κατηφόρας και κατεβαίνουμε λασπωμένη πλαγιά, για να περάσουμε από χιονοδρομικό κέντρο. Η βροχή συνεχίζει αδιάκοπα, αλλά δεν μας πτοεί, γιατί έχουμε καλή διάθεση και αρκετά γρήγορο ρυθμό. Η διαδρομή ξετυλίγεται μέσα σε δάσος πεύκων και κωνοφόρων με μικρές υψομετρικές διακυμάνσεις. Το μονοπάτι προς το παρόν ευδιάκριτο αλλά χρειάζεται προσοχή, επειδή γλιστρούν οι ρίζες των δέντρων. Διαβαίνουμε δίπλα από εξοχικές κατοικίες, καταφύγια ανάγκης, αγροικίες και μικρά χωριά. Βρέχει, έχει υγρασία αλλά η θερμοκρασία είναι καλή. Αργά το μεσημέρι ξεμένουμε από νερό.

 

 

Δεν μπορούμε να γεμίσουμε τα υδροδοχεία μας από τα ρυάκια γιατί λόγω της βροχής το νερό είναι θολό. Μετά από ώρα ρωτώντας ανακαλύπτουμε μια βρύση σε ένα καταφύγιο και με χαρά ξεδιψάμε και εφοδιαζόμαστε. Ακολουθεί μεγάλη παρατεταμένη κατηφόρα που μας βγάζει σε μια πανέμορφη λίμνη και σε κάποιο Νορβηγικό χωριό. Διασχίζοντας πάντα ειδυλλιακά τοπία με λιβάδια, λίμνες, ρυάκια και ποτάμια συνεχίζουμε. Το απόγευμα η βροχή έχει σταματήσει και ο ήλιος που βγήκε ανέβασε τη θερμοκρασία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να διαπιστώσουμε με έκπληξη την ύπαρξη των ανελέητων κουνουπιών. Τεράστια σμήνη να κάνουν βόλτες και επιθέσεις πάνω από τα κεφάλια μας και σε όλα τα ακάλυπτα σημεία. Εκνευριστική κατάσταση. Σταματάμε σε ένα χωριό για να φάμε τα σάντουιτς που είχαμε μαζί μας Ο καιρός δείχνει υπέροχος αλλά η κουφόβραση που επικρατεί, προμηνύει την επερχόμενη βροχή. Βγαίνουμε από δάσος σημύδας και στο πρώτο χωριό που συναντάμε με τη βοήθεια ενός ντόπιου ανεφοδιαζόμαστε και πάλι με νερό από βρύση. Διασχίζουμε άσφαλτο, μεγάλα ποτάμια, λίμνες και στη συνέχεια η διαδρομή ανηφορίζει. Συντροφιά μας πάντα τα ενοχλητικά κουνούπια, των οποίων «ουκ έστιν αριθμός!». Ο Γιάννης Μπάγιος μας ανακοινώνει ότι πάμε αργά και ότι θα πρέπει να επιταχύνουμε αρκετά σημεία που είναι ευθεία` πράγματι σιγοτρέχουμε. Κάνοντας υπολογισμούς ο Ιωάννου μας πληροφορεί ότι πάμε πολύ καλά και ότι δεν υπάρχει λόγος να βιαζόμαστε. Τον Γιάννη τον Μπάγιο όμως τον έπιασε η ανυπομονησία!!! Πράγματι δεν αργεί να ξεσπάσει νέος κύκλος βροχής.

 

 

Σε κάποιο σημείο της διαδρομής μέσα στο δάσος συναντάμε σημαιάκια της Νορβηγίας και ένα καλάθι με σοκολατάκια και μπάρες. Φυσικά ανεφοδιαζόμαστε. Είναι αργά αλλά επειδή δεν νυχτώνει έχουμε την εντύπωση ότι είναι ακόμη απόγευμα. Συναντάμε σε ένα καταφύγιο ανάγκης ένα ζευγάρι που κάνει τις διακοπές του. Μας χαιρετά και με ενδιαφέρον μαθαίνει τι κάνουμε έξι άτομα στην ερημιά. Μας εφοδιάζει με νερό από ένα πηγάδι. Όλο το βράδυ διασχίζουμε ελώδεις εκτάσεις. Η βροχή που πέφτει και το χιόνι που λιώνει κάνουν την κατάσταση απερίγραπτη. Τα πόδια είναι μέχρι τον αστράγαλο στην καλύτερη περίπτωση μέσα στο νερό. Το χώμα με το χόρτο έχει φουσκώσει και πατώντας πάνω υποχωρεί και βουλιάζεις μέχρι το γόνατο. Οι πέτρες και τα ξύλα γλιστρούν. Σε μια τέτοια κατάσταση, γλιστρώ και γυρίζει το γόνατό μου. Φοβερός πόνος και ανησυχία για την κατάστασή μου από τους υπόλοιπους. Ευτυχώς χωρίς συνέπειες. Ο Θανάσης Μίχας όμως δεν στάθηκε τόσο τυχερός. Σε παρόμοια περίπτωση ο τραυματισμός του δημιούργησε αξεπέραστο πρόβλημα, με πόνο και πρήξιμο στο γόνατο. Αυτό είχε ως συνέπεια η ομάδα να κόψει ρυθμό και να συνοδέψουμε τον Θανάση μέχρι τον πρώτο κεντρικό σταθμό ανεφοδιασμού.

 

 

Προσωπικά ήμουν εκνευρισμένος, με την κατάσταση των μονοπατιών και με την ύπαρξη των κουνουπιών που είπα ότι με ευχαρίστηση θα σταματούσα και θα εγκατέλειπα τον αγώνα. Πέρα από τον Θανάση Μίχα που δήλωσε ότι θα εγκατέλειπε την προσπάθεια στον κεντρικό σταθμό του Noresund κανείς άλλος δεν ήθελε να σταματήσει.

Με αυτή την κατάσταση φτάσαμε στον πρώτο κεντρικό σταθμό στα 100 χιλ στο Noresund. Μπήκαμε στο σταθμό το πρωί της Παρασκευής 7 Ιουλίου στις 08:19 κινούμενοι με ρυθμό 15:15 min/klm. Πρότεινα να κοιμηθούμε δύο ώρες, μετά να ανεφοδιαστούμε και στις τρεις ώρες να ξεκινήσουμε. Ο Μπάγιος πρότεινε να κοιμηθούμε τρεις ώρες και μετά να ανεφοδιαστούμε. Συμφωνούμε.  Στον κεντρικό σταθμό η κάθε ομάδα είχε το δικό της δωμάτιο και μπάνιο. Μπαίνουμε στο δωμάτιο και πέφτω κατάκοπος για ύπνο. Κοιμήθηκα δύο ώρες. Ετοίμασα το σακίδιο με τα υλικά του drop bag που μας συνόδεψε στον Σταθμό Τροφοδοσίας, άλλαξα κάλτσες και πήγα για φαγητό. Εκεί συνάντησα τον Μπάγιο που ανακοίνωσε, προς έκπληξή μας, ότι φεύγει μαζί με τον Μάνγγο εκείνη την ώρα και ότι θα είμαστε σε επαφή!!!!! Χορτάσαμε με ένα μπιφτέκι, μαζί με το μερίδιο του Νεόφυτου που το μοιράστηκα με τον Γιάννη Ιωάννου μιας και ο Νεόφυτος δεν τρώει κρέας. Αποχαιρετίσαμε με λύπη τον Θανάση Μίχα που εγκατέλειψε την προσπάθεια του στο σημείο αυτό. Αργότερα σε επικοινωνία μαζί του μάθαμε ότι η διοργάνωση τον εγκατέλειψε πλήρως στο Noresund και επέστρεψε στο Oslo με αυτοκίνητο άλλου Νορβηγού αθλητή που επέστρεφε κι αυτός στο Oslo.

 

 

 Φύγαμε ακριβώς μετά από τρεις ώρες στις 11:19. Έχουμε 64 χιλιόμετρα να διανύσουμε μέχρι τον επόμενο Σταθμό στο Langerrag. Από κοντινό βενζινάδικο αγοράσαμε σάντουιτς για τον δρόμο και εμφιαλωμένα νερά. Σιγά – σιγά απομακρυνόμαστε από την πόλη του Noresund και μπαίνουμε σε ανηφορικό δασωμένο μονοπάτι που βγάζει ψηλά στο μεγάλο χιονοδρομικό κέντρο της πόλης. Κάνει κουφόβραση και το μονοπάτι γίνεται όλο και πιο ανηφορικό και κακοτράχαλο. Ανηφορίζουμε αργά και φτάνουμε στις εγκαταστάσεις του χιονοδρομικού κέντρου. Έχει υπέροχη πανοραμική θέα όλης της περιοχής. Ψάχνουμε να βρούμε πόσιμο νερό μιας και αυτό που πήραμε από το Noresund εξαντλήθηκε λόγω της ζέστης, αλλά δεν βρίσκουμε ούτε μια βρύση. Συναντάμε ένα Νορβηγό εργάτη που έκανε κάποια εργασία και τον ρωτάμε που μπορούμε να βρούμε νερό. Μας οδηγεί σε ένα υπόγειο παρκινγκ και εφοδιαζόμαστε με νερό. Συνεχίζουμε την ανηφορική πορεία συναντώντας μια Νορβηγική γυναικεία ομάδα δύο ατόμων, που μετά από λίγο μας ανακοινώνει ότι θα εγκαταλείψει στο συγκεκριμένο σημείο.  Σταματάμε για να ξαποστάσουμε σε ένα καταφύγιο ανάγκης λίγο πριν την κορυφή. Βγαίνοντας ψηλά σε αλπικό τοπίο από μακριά στην απέναντι κορυφή ξεπροβάλλει κάτι παράξενο. Γρήγορα συνειδητοποιούμε ότι είναι μια ομάδα ταράνδων που έρχεται προς το μέρος μας. Πρωτόγνωρο και εντυπωσιακό θέαμα για μας. Κατηφορίζουμε περνώντας από ορειβατικό καταφύγιο δίπλα σε λίμνη και ανηφορίζουμε στην απέναντι κορυφή κάνοντας έναν άσκοπο κύκλο. Στην κορυφή συναντάμε ένα φωτογράφο που ζητά να μας φωτογραφίσει, λέγοντας μας ότι ίσως την επόμενη μέρα να ανεβάσει την φωτογραφία σε γνωστό site. Στη συνέχεια κατηφορίζουμε και ανηφορίζουμε πλαγιές, δίπλα από επιβλητικούς καταρράχτες, ρυάκια και λίμνες.

 

 

Το τοπίο είναι κακοτράχαλο χωρίς εμφανές μονοπάτι, με σκληρό χόρτο (πόα). Είμαστε στην καρδιά της τούντρας. Απόλυτη ερημιά και επανάληψη του ίδιου τοπίου. Χαμηλή βλάστηση, λίμνες, ρυάκια, καταρράχτες. Το πρωί του Σαββάτου μας βρίσκει να κατηφορίζουμε κακοτράχαλη πλαγιά. Υπολογίζοντας τη διαδρομή ελπίζουμε ότι επόμενος σταθμός είναι κάπου πολύ κοντά σε κάποια στάνη που φαίνεται. Δυστυχώς πέσαμε έξω. Αφού περάσαμε την όχθη μιας μεγάλης λίμνης η διαδρομή περνά μέσα από ποτάμι χωρίς ορατό σημείο διάβασης. Περνάμε μέσα από το νερό βρεγμένοι μέχρι τις γάμπες. Η συνέχεια για έξι χιλιόμετρα εφιαλτική μέχρι τον επόμενο σταθμό. Μαζί με τα βρεγμένα πόδια και παπούτσια έχουμε και τις επιθέσεις των κουνουπιών. Φτάνουμε στον δεύτερο Σταθμό Τροφοδοσίας Langedrag το πρωί του Σαββάτου 8 Ιουλίου στις 10:08 κινούμενοι με ταχύτητα 21:03 min/klm. Ο σταθμός του Langerdrag είναι ένας δευτερεύον Σταθμός Τροφοδοσίας και βρίσκεται σε ένα κέντρο περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος. Έχει διάφορα ζώα: κατσίκες, πρόβατα, λίγκες, άλογα και άλλα ζώα. Υπάρχει πολύς κόσμος παιδιά, κυρίως, που ασχολούνται με περιβαλλοντικά προγράμματα. Ξαπλώνουμε μια ώρα σε ράντσο σε εξωτερικό χώρο και στη συνέχεια τρώμε και αλλάζουμε ρούχα και κάλτσες. Τα σοβαρά προβλήματα ξεκινούν από εδώ. Τα πόδια του Νεόφυτου και του Ιωάννου έχουν πληγές και έχουν ανοίξει. Δυστυχώς δεν υπάρχει ποδολόγος για να τα περιποιηθεί. Τα δικά μου είναι σε καλύτερη κατάσταση. Ένα άλλο πρόβλημα είναι το γεγονός ότι ο Γιάννης Ιωάννου δεν κοιμάται και δεν ξεκουράζεται ασχολούμενος διαρκώς με κάποιο πρόβλημα στην Αθήνα και είναι διαρκώς στο τηλέφωνο. Ανεφοδιαζόμαστε και εγκαταλείπουμε τον σταθμό το μεσημέρι στις 12:33.

 

 

Κατηφορίζουμε χωματόδρομο και μετά από δύο χιλιόμετρα μπαίνουμε σε απέραντο δάσος κωνοφόρων. Μεγάλα τμήματα του δάσους είναι κομμένα, προφανώς για να μην εξαπλωθεί κάποια μόλυνση. Ομαλό υπέροχο μονοπάτι που μας οδηγεί στις όχθες μιας απέραντης λίμνης. Διασχίζουμε αγροικίες και βγαίνουμε σε κατοικημένη περιοχή για να ανηφορίσουμε και να παραμείνουμε σε υψίπεδο. Η επανάληψη του ίδιου τοπίου. Απέραντη ερημιά  και χαμηλή βλάστηση με ποτάμια, ρυάκια και λίμνες συν τα κουνούπια. Βουτάμε και ξαναβουτάμε στο νερό. Κάποια στιγμή αγανακτισμένοι αποφασίζουμε πως δεν έχει νόημα να προσέχουμε μη βουτήξουμε τα πόδια μας στο νερό, αφού είναι σίγουρο ότι θα βραχούμε. Περνάμε μέσα από τα νερά. Οι πληγές και τα ανοίγματα στα πόδια κάνουν την προσπάθεια όλο και πιο επώδυνη. Αρχίζουν οι εκνευρισμοί. Το πρωί της Κυριακής 9 Ιουλίου μας βρίσκει ψηλά στα υψίπεδα της τούντρας, περνώντας το ίδιο τοπίο που επαναλαμβάνεται, τσαλαβουτώντας στα νερά, δίνοντας μάχη με τα κουνούπια και με την αντοχή στον πόνο των ποδιών. Ο ρυθμός της πορείας μας έχει πέσει απελπιστικά και η αρχική πρόβλεψη των πρώτων ημερών ότι ενδεχόμενα θα μπορούσαμε να τερματίσουμε την Πέμπτη 13 Ιουλίου τώρα φάνταζε αδύνατη. Ο Ιωάννου μένει διαρκώς πίσω κουτσαίνοντας και ασχολούμενος τηλεφωνικά με το προσωπικό του θέμα στην Αθήνα, ο Νεόφυτος διαμαρτύρεται για την κατάσταση των ποδιών του και εγώ έχω ρινορραγίες. Τις αποδίδω στην ένταση, στον ήλιο και την ξηρασία που επικρατεί, με αποτέλεσμα να σπάνε τα αγγεία της μύτης. Σε μια χαράδρα αναγκαζόμαστε να περάσουμε, πολύ προσεχτικά, ορμητικό ποτάμι που λίγο έλειψε να μας παρασύρει. Ο Νεόφυτος προτείνει να κοιμηθούμε για λίγο έξω παρά τα κουνούπια, βάζοντας στο πρόσωπό μας ρούχα από το σακίδιο. Κοιμόμαστε πάνω στις πέτρες για καμιά ώρα αλλά ξυπνώντας αντικρίζουμε τον Γιάννη χωρίς να κοιμηθεί.

 

 

Ένα άλλο αξιοσημείωτο γεγονός είναι το εξής. Ενώ περιστοιχιζόμαστε από χιλιάδες ενοχλητικά κουνούπια, τα οποία επιτίθενται σε κάθε ακάλυπτο σημείο του σώματος, ο Γιάννης Ιωάννου εξακολουθεί να φορά κοντό σορτ παντελόνι και τα πόδια του μοιάζουν με στόχο σκοποβολής με σκοπό να αποκτήσει αντοχή στα τσιμπήματα!!!!!! Σε αυτή την κατάσταση φτάνουμε στον Τρίτο μεγάλο Σταθμό Τροφοδοσίας στο Vastulan, στις 22:53 του Σαββάτου 8 Ιουλίου, κινούμενοι με ρυθμό19:07min/klm. Εκεί μας υποδέχεται η διοργάνωση με Ελληνικά τραγούδια και μας ξεδιψά με αρκετές φέτες καρπούζι. Στο Σταθμό του Vastulan συναντάμε και την άλλη Ελληνική ομάδα με τους Μπάγιο και Μάνγγο οι οποίοι είχαν φτάσει τέσσερεις ώρες νωρίτερα και ξεκουράστηκαν κάπου ένα επτάωρο. Έχουμε στο Σταθμό δικό μας καθαρό δωμάτιο και μπάνιο. Πέφτω αμέσως στο κρεβάτι και κοιμάμαι ένα δίωρο. Μετά φαγητό και τακτοποίηση σακιδίου. Οι υπόλοιποι ασχολούνται με την περιποίηση των ποδιών τους -που όντως είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση. Ο Νεόφυτος όλο διαμαρτύρεται για τον ποδολόγο που υποσχέθηκε ότι θα τον επισκεφτεί να ανακουφίσει τα πόδια του και δεν εμφανίζεται. Ξεκινάμε με μία ώρα καθυστέρηση για να δέσουν τα πόδια και να διευθετήσουν τις πληγές των ποδιών τους οι φίλοι μου. Έξω από το Σταθμό καίει μεγάλη φωτιά  για να μετριάσει τη νυχτερινή ψύχρα και, πριν αναχωρήσουμε από το Σταθμό, μάς γίνεται έλεγχος του υποχρεωτικού εξοπλισμού. Εγκαταλείπουμε το Vastulan τα ξημερώματα της  Κυριακής 9 Ιουλίου στις 02:59.

 

 

Ανηφορίζουμε αργά την ανηφόρα την ώρα της ανατολής του Νορβηγικού ήλιου στις 03:00 πμ για να βρεθούμε σε υψίπεδο αντικρίζοντας το ίδιο έρημο και γνώριμο πεδίο της Νορβηγικής τούντρας. Λίμνες, ποταμάκια, ρυάκια, σκληρό χόρτο, έλη και φυσικά κουνούπια. Διαβαίνουμε συνεχώς λίμνες και κάποια έρημα ξύλινα εξοχικά σπιτάκια. Η διαδρομή χωρίς ορατό μονοπάτι, κακοτράχαλη με βράχο και χόρτο που έχει φουσκώσει από τη ζέστη μετά την ψύξη του χειμώνα, που σε ξεγελά και πατώντας πάνω βουλιάζεις μέχρι το γόνατο. Μας ταλαιπωρεί αφάνταστα και για πολύ ώρα το συγκεκριμένο τερέν και η παρουσία για ακόμη μια φορά των κουνουπιών κάνει την κατάσταση άκρως εκνευριστική. Έχει ήλιο και κάνει ζέστη. Είμαστε εγώ με τον Νεόφυτο ντυμένοι και καλυμμένοι με το αντιανεμικό μπουφάν και μόνο ακάλυπτο σημείο του σώματος είναι το πρόσωπο. Τα κουνούπια επιτίθενται ακόμη και στο τριχωτό της κεφαλής. Ο Ιωάννου συνεχίζει απτόητος με το κοντό παντελόνι κάνοντας ιώβεια υπομονή στα τσιμπήματα. Σε κάποιο σημείο σπάει το ένα μπατόν μου και από τα νεύρα μου το παρατάω στο ίδιο σημείο. Έχω φοβερό πονοκέφαλο και λίγο αργότερα μου παρουσιάζεται ρινορραγία. Πλένομαι, βάζω ταμπόν και συνεχίζουμε. Αλλά μετά από λίγο η ίδια κατάσταση. Μετά από αρκετή ώρα ταλαιπωρίας, συναντάμε επιβλητικό καταρράχτη  και περνάμε το χάσμα από κρεμαστή γέφυρα.

 

 

Συνεχίζουμε παράλληλα με το ποτάμι που σχηματίζει ο καταρράχτης και λίγο πιο πέρα διαβαίνουμε τη συμβολή δύο πανέμορφων και εντυπωσιακών ποταμιών. Είναι τα μόνα διαφορετικά σημεία μετά από πολλές μέρες που διαφοροποιούν το τοπίο. Μετά το πέρασμα των ποταμών, αρχίζει μια παρατεταμένη ανηφόρα πάνω σε μονοπάτι δύσβατο και ακαθάριστο. Βγαίνοντας ψηλά αντικρίζουμε και πάλι το ίδιο μονότονο τοπίο της Νορβηγικής τούντρας. Περνάμε ατέλειωτες λίμνες και ρυάκια που βρέχουν τα πόδια μας. Απόγευμα ανταμώνουμε ένα καταφύγιο που έχει αρκετό κόσμο.

 

 

Η χαρά μας μεγάλη, γιατί σκεφτόμαστε ότι θα βρούμε νερό και  φαγητό. Καθόμαστε για να ξεκουραστούμε έξω από το καταφύγιο. Ο υπεύθυνος του καταφυγίου μας πληροφορεί ότι δεν μπορεί να μας προσφέρει φαγητό, επειδή έκλεισε η κουζίνα αλλά μπορούμε να πιούμε μπύρα, την οποία και γευόμαστε. Ήταν υπέροχη!

 

 

Εφοδιαζόμαστε με νερό και ξεκινάμε. Κινούμαστε σε υψίπεδο με πανοραμική θέα. Απόλυτη ερημιά. Στο σημείο αυτό η δρομική μας κατάσταση επιδεινώνεται. Ο Ιωάννου έχει ορατό πρόβλημα στα πόδια, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια να συνεχίσει και μένει αρκετά πίσω. Κάνουμε αρκετές στάσεις. Αγανακτισμένος υπενθυμίζω στον Νεόφυτο το πόσο δίκαιο είχα την πρώτη μέρα να εγκαταλείψουμε και να γυρίσουμε πίσω. Το ίδιο είναι απελπισμένος και αυτός με τον ρυθμό βαδίσματός μας. Επειδή η κατάσταση κοντεύει να εκτροχιαστεί τους ανακοινώνω ότι η πρόθεσή μου είναι να εγκαταλείψω στον επόμενο Σταθμό Τροφοδοσίας, γιατί με τον ρυθμό που βαδίζουμε και την κατάστασή μας – πληγωμένα και γεμάτα φουσκάλες πόδια των δύο και τις δικές μου ρινορραγίες– δεν έχουμε πολλές ελπίδες να τερματίσουμε έγκαιρα, συν το ότι αυτός ο ρυθμός είναι άκρως εκνευριστικός. Βέβαια δεν θα δημιουργήσω πρόβλημα στην ομάδα αν θέλει να συνεχίσει αλλά η λογική μου και η πρόθεσή μου είναι αυτή. Κατεβαίνουμε όλο το βράδυ κακοτράχαλη πλαγιά και διασχίζουμε για πολλές ώρες τις όχθες μεγάλης λίμνης. Βλέποντας κάποια φώτα στην απέναντι όχθη έχουμε την αίσθηση ότι ο επόμενος Σταθμός Τροφοδοσίας θα είναι εκεί.

 

 

Δυστυχώς ξημερώνοντας - κατά τις τρεις το πρωί και φτάνοντας στη γέφυρα που διασχίζει τη λίμνη διαπιστώνουμε ότι έχουμε κάνει λάθος υπολογισμό. Ο Ιωάννου επικοινωνώντας με τη διοργάνωση, μιας και είναι ο μόνος που μιλά αγγλικά, ζητά να στείλει η διοργάνωση κάποιο όχημα να μας παραλάβει. Μας ενημερώνουν ότι έχουμε άλλα επτά χιλιόμετρα μέχρι τον Σταθμό Τροφοδοσίας και ότι δεν μπορεί να στείλει όχημα να μας παραλάβει και ότι θα πρέπει να φτάσουμε με τα πόδια στον Σταθμό. Με εκνευρισμό μεγάλο ξεκινάμε   να ανηφορίζουμε συναντώντας χιονισμένο τοπίο. Με αρκετές στάσεις και περνώντας χιονούρες φτάνουμε στον αυχένα ενός βουνού. Το gpx στο ρολόι του Νεόφυτου έχει κλείσει επειδή δεν φορτίστηκε νωρίτερα. Περιμένουμε τον Γιάννη λίγη ώρα να έρθει για να συνεννοηθούμε για την κατεύθυνση της πορείας που πρέπει να πάρουμε. Αλλάζοντας μπαταρία η συσκευή gpx μας δείχνει το ίχνος της πορείας. O Νεόφυτος είναι εκτός πραγματικότητας και επιμένει ότι η συσκευή κάνει λάθος και ότι πρέπει να επιλέξουμε άλλη πορεία. Ξανά επικοινωνεί ο Ιωάννου με τη διοργάνωση και επιβεβαιώνει ότι πάμε σωστά, όμως ο Νεόφυτος είναι αμετάπειστος. Γυρίζει πίσω στο αρχικό σημείο που έκλεισε η συσκευή gpx για να επιβεβαιώσει το αληθές. Ο Ιωάννου κι εγώ κατηφορίζουμε προς το καταφύγιο Kreakkja. Βλέποντας την αδιάλλακτη στάση μας επιστρέφει και ο Νεόφυτος. Φτάνουμε στο καταφύγιο Kreakkja το πρωί της Δευτέρας, 10 Ιουλίου στις 06:20, κινούμενοι με ρυθμό 28:17min/klm. Το καταφύγιο φαίνεται έρημο. Βρίσκεται στις όχθες μιας μεγάλης λίμνης και πέρα από το καταφύγιο ανάγκης που μας φιλοξένησε υπάρχει ακόμη ένα καταφύγιο ορειβατικό. Κάνει κρύο και βρέχει. Μας υποδέχεται μια πανύψηλη κοπέλα που μας πληροφορεί ότι μπορούμε να φάμε και να κοιμηθούμε μέχρι την άλλη μέρα. Κατάκοποι τρώμε και πέφτουμε για ύπνο. 

 

 

Κοιμηθήκαμε στον πάνω όροφο του καταφυγίου, σ’ ένα κοινόβιο χώρο με πολλά κρεβάτια, Ήμασταν μόνο εμείς. Από την κούραση και την ταλαιπωρία πέσαμε σε βαθύ ύπνο. Κάποια στιγμή αντιλαμβάνομαι ένα κρύο ρεύμα αέρα στο πρόσωπό μου και μια φωνή που απ’ ότι κατάλαβα μας προέτρεπε να σηκωθούμε. Κοιτάω το ρολόι μου, που δείχνει δέκα η ώρα και από τη σαστιμάρα μου δεν μπορώ να καταλάβω αν είναι πρωί ή βράδυ και τι μέρα είναι. Προσπαθώ να συνέλθω και αντιλαμβάνομαι ότι είναι δέκα το πρωί της Δευτέρας της ίδιας μέρας που φτάσαμε. Μόνο τρεις ώρες ύπνου. Ξυπνάω και τους υπόλοιπους. Μας πληροφορούν ότι θα πρέπει σε μία ώρα να εγκαταλείψουμε το καταφύγιο και ότι αν θέλουμε μπορούμε με δικά μας έξοδα να μείνουμε στο τουριστικό καταφύγιο που βρίσκεται ακριβώς δίπλα ή με τα πόδια να πάρουμε το δρόμο για την πόλη Geilo. Κάποια στιγμή φορώντας τα βρεγμένα παπούτσια μου, βλέπω ακριβώς δίπλα μου το μπατόν μου που είχε σπάσει και από τα νεύρα μου είχα πετάξει. Το είχε φέρει και παραδώσει μια ομάδα που έπονταν. Έξω κάνει κρύο και βρέχει. Υπάρχουν αρκετές χιονούρες γύρω από τη λίμνη και η σωματική μας κατάσταση δεν μας επιτρέπει να οδοιπορήσουμε. ‘Ετσι κι αλλιώς αποφασίσαμε να εγκαταλείψουμε στο σημείο αυτό, ύστερα από τέσσερις μέρες και 260 περίπου χιλιόμετρα. Πηγαίνουμε στο τουριστικό καταφύγιο.

 

 

Το τουριστικό καταφύγιο της Kreakkja είναι ένας μεγάλος χώρος, καθαρός στον οποίο παρέχεται δυνατότητα ύπνου και φαγητού.  Μας πληροφορούν ότι το απόγευμα θα έρθει μια βάρκα με την οποία μπορούμε να περάσουμε απέναντι και να συνεχίσουμε το δρόμο μας. Μένουμε στο σαλόνι του καταφυγίου, μισοκοιμισμένοι και παρατηρώντας το τοπίο από τα τζάμι, γιατί έξω βρέχει. Συζητάμε το πρόγραμμα της επόμενης μέρας μετά την εγκατάλειψη. Αποφασίζουμε να πάμε στο Bergen στον τερματισμό και να μείνουμε ως την Κυριακή 15 Ιουλίου, ημέρα που είχαμε πτήση για Αθήνα. Το πρόβλημα ήταν ότι η διαμονή μας στο Bergen μέχρι την Πέμπτη που είχαμε κλείσει δωμάτιο. Κόσμος πολύς πάει κι έρχεται. Ένα δημοτικό σχολείο με τους δασκάλους του εμφανίζεται και κατακλύζει το χώρο. Πειθαρχημένοι όλοι/ες μαθητές/τριες. Οι Νορβηγοί μάς ρωτούν ποιοι είμαστε και τι κάνουμε. Μένουν με το στόμα ανοιχτό όταν τους εξηγεί ο Ιωάννου στα αγγλικά το πρόγραμμά μας. Το απόγευμα μάς ενημερώνουν ότι λόγω της βροχής δεν θα έρθει η βάρκα αλλά την επόμενη το πρωί. Γευματίζουμε το απόγευμα στο καταφύγιο και περνάμε τη βραδιά μας στο σαλόνι. Το πρωί της Τρίτης 11 Ιουλίου πηγαίνουμε στην αποβάθρα της λίμνης με προορισμό το Bergen. Η βροχή έχει σταματήσει. Ο επικεφαλής του καταφυγίου μάς βάζει σε μια φουσκωτή βάρκα και σε λίγα λεπτά μας περνά στην απέναντι όχθη. Χαιρετιόμαστε εγκάρδια και περιμένουμε το λεωφορείο της γραμμής που μας μεταφέρει στο σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης Geilo. Προηγουμένως, σε συνεννόηση με τη διοργάνωση, μας πληροφόρησαν ότι μπορούμε να μείνουμε στις εγκαταστάσεις της διοργάνωσης για όσο θέλουμε, στο club της  Varregen, μιας και υπήρχαν διαθέσιμα κρεβάτια λόγω των πολλών εγκαταλείψεων.

 

 

Το Geilo είναι μια όμορφη πόλη με χιονοδρομικό κέντρο και πολλές πίστες σκι. Παίρνουμε το τρένο και σε τρεις ώρες μέσα από πανέμορφη διαδρομή φτάνουμε απόγευμα στο Bergen. Βρέχει και πάλι. Η διοργάνωση στέλνει ταξί ου μας μεταφέρει στις εγκαταστάσεις της Varregen. Εκεί μας υποδέχεται μια εθελόντρια υπεύθυνη του club και ένας άνδρας που μας μιλά Ελληνικά. Μας ξαφνιάζει ευχάριστα. Είναι ο Γιώργος Αλεβίζος που δήλωσε εθελοντής, μιας και βρίσκεται στη Νορβηγία. Τακτοποιούμαστε και πηγαίνουμε αμέσως στο μπάνιο μιας και έχουμε να πλυθούμε σχεδόν μια βδομάδα. Στο Club βρίσκουμε τα drop bags και το sac voyage. Τακτοποιούμε τα ρούχα μας και απολαμβάνουμε το φαγητό που μας προσφέρεται. Το βράδυ της Τρίτης ξεσπά φοβερή βροχή. Ακούγεται ο θόρυβος της βροχής που πέφτει με δύναμη. Το μυαλό μου πηγαίνει στις ομάδες που συνεχίζουν την προσπάθειά τους και δεν είναι πολύ μακριά από τον τερματισμό. Με αυτές τις συνθήκες εξαντλημένοι πως θα περάσουν τα ποτάμια και σε τι κατάσταση θα είναι τα πόδια τους! Το πρωί της Τετάρτης πληροφορούμαστε ότι και η άλλη ομάδα με τον Μπάγιο και Μάνγγο έχει εγκαταλείψει. Φτάνουν στο Bergen το μεσημέρι της Τετάρτης σε άσχημη κατάσταση. Ο Γιάννης Μπάγιος έχει διπλώσει στα δύο και υποφέρει. Τα πόδια του είναι σε απελπιστική κατάσταση. Ο Κώστας Μάνγγος δείχνει ότι είναι καλύτερα και ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει να τερματίσει. Τους υποδεχόμαστε και τους συμπαραστεκόμαστε.

Οι επόμενες μέρες περνούν με συζητήσεις και περιστατικά του αγώνα. Εκδρομή στο fjiord Flam και περιηγήσεις στην πανέμορφη πόλη του Bergen.

Ανακεφαλαιώνοντας αναφέρω ότι η διάσχιση Oslo – Bergen δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες τεχνικές δυσκολίες με μεγάλα και εκτεθειμένα υψομετρικά. Θα έλεγα ότι είναι μια εύκολη διαδρομή, αν και μεγάλη σε διάρκεια. Η δυσκολία της έγκειται στις συνθήκες της διάσχισης. Τα πολλά νερά που αναπόφευκτα μουλιάζουν τα πόδια, τα άπειρα κουνούπια που καταντούν ενοχλητικά και εκνευριστικά, το μονότονο τοπίο της έρημης Νορβηγικής τούντρας που απαντάται συνεχώς και η έλλειψη ποδολόγων για την ανακούφιση των ποδιών. Αποτελεί όμως μια ξεχωριστή εμπειρία. Στον αρχικό σχεδιασμό της ομάδας θα πρέπει να υπάρχουν εναλλακτικά σενάρια και λύσεις, καθώς και καλλίτερη συνεργασία των μελών της ομάδας.

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ