Ορεινός αγώνας Οχυρού Νυμφαίας 2015, Γυναικεία διαίσθηση

Τη γυναίκα μου την αγαπώ. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε και σε όλα! Μάλιστα, η αλήθεια είναι πως διαφωνούμε σε αρκετά και διαφέρουμε ως χαρακτήρες ακόμη περισσότερο! Όταν, λοιπόν, μου ζήτησε να αγωνιστεί στον 6ο ορεινό αγώνα Οχυρού Νυμφαίας, που διοργανώνεται στην όμορφη πόλη της Κομοτηνής, νόμιζα πως μου κάνει πλάκα. Ωστόσο η έκφραση του προσώπου της ήταν αρκετά σοβαρή γεγονός που, όπως μπορείτε να αντιληφθείτε, δεν μπορούσα να προσπεράσω έτσι απλά. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Εδώ και αρκετούς μήνες είχα προσέξει πως είχε τρυπώσει και στην Νάντια το σαράκι του ορεινού τρεξίματος! Αφορμή σίγουρα στάθηκα εγώ, χωρίς να θέλω να το παινευτώ, αφού έπειτα από κάθε αγώνα της μιλούσα για όλα τα όμορφα μέρη που είχα αντικρίσει, τους νέους φίλους που είχα κάνει και για αυτό το παράξενο συναίσθημα ζωντάνιας που με κυρίευε ακόμη και αν “χτυπιόμουν” για ώρες μέσα στα δάση. Στην αρχή μου είπε πως ήθελε και η ίδια να αρχίσει να τρέχει. Δυστυχώς, λόγω φόρτου εργασίας, δεν κατάφερνε να είναι συνεπής στις προπονήσεις της. Αυτό όμως λίγο σημασία είχε αφού είχα καταλάβει πως η αρχή είχε γίνει. Κάπως έτσι φτάσαμε, πριν από κανένα εικοσαήμερο, απόγευμα Τρίτης, να μου ζητήσει να αγωνιστεί. Ο πρώτος της αγώνας! Και είχε διαλέξει, μετά από αρκετή έρευνα στο καλεντάρι, τον 6ο ορεινό αγώνα Οχυρού Νυμφαίας στην Κομοτηνή! Το λαϊκό μονοπάτι, των 8 χιλιομέτρων και 450 μέτρων θετικής υψομετρικής, στο άλσος Νυμφαίας ήταν η καλύτερη επιλογή που μπορούσε να κάνει! Όπως καταλαβαίνετε δεν γινόταν να αρνηθώ, πόσο μάλλον όταν αυτό που μου ζητούσε αφορούσε μια αγαπημένη μου δραστηριότητα!

“Τέλεια, θα τρέξω κι εγώ μαζί σου στο 8άρι!” είπα.

 

“Αποκλείεται, θέλω να αγωνιστώ μόνη μου! Εσύ να τρέξεις στον μεγάλο αγώνα, αυτόν με τα 25 χιλιόμετρα και τα 1500 μέτρα θετικής υψομετρικής.” μου απάντησε με αυστηρό τόνο.

 

Υπό άλλες συνθήκες θα γκρίνιαζα όμως τώρα ήταν η δική της επιλογή και αυτό το σεβάστηκα μιας που ήθελα να περάσει όμορφα και να διασκεδάσει. Εννοείται πως πάλι εγώ θα έβγαζα το φίδι από την τρύπα αφού ο ορεινός ημιμαραθώνιος του Οχυρού Νυμφαίας είναι πολύ απαιτητικός αγώνας και αυτό το είχα διαπιστώσει και πέρυσι που βρέθηκα εκεί για πρώτη φορά.

 

Σάββατο πρωί και οι ετοιμασίες, για πρώτη φορά, γίνονται εις διπλούν. Η Νάντια, τακτοποιώντας τα “τρεξιματικά” της ρούχα και θέλοντας, μάλλον, να εκφράσει το άγχος της έλεγε διαρκώς “Μπορεί να μην έχω τη φυσική κατάσταση αλλά από εμφάνιση θα είμαι εντάξει!”.

 

 

Άφιξη στην Κομοτηνή κατά το μεσημέρι. Παρότι είχαμε επισκεφθεί ξανά αυτήν την υπέροχη πόλη της Θράκης δεν μπορούσαμε να θυμηθούμε την πανέμορφη κεντρική πλατεία, η οποία θεωρείται από τις μεγαλύτερες των Βαλκανίων, με τα διάφορα καταστήματα και φαγάδικα τριγύρω αλλά και μία πανύψηλη, επιβλητική μαρμάρινη στήλη, απέναντι από την πλατεία, γνωστή και ως “Σπαθί”, η οποία αποτελεί μνημείο Ηρώων προς τιμήν όσων θυσίασαν τη ζωή τους για την ελευθερία του τόπου. Ο ζεστός καιρός, για τα δεδομένα της εποχής, ήταν σύμμαχος ώστε να περπατήσουμε αρκετά αλλά και να βρεθούμε για έναν καφέ με τον καλό φίλο και συναθλητή Δημήτρη Ντωνέ και την κοπέλα του. Η συζήτηση, φυσικά, περιστρεφόταν γύρω από τον αγώνα της Κυριακής με τον Δημήτρη να μας συμβουλεύει να έχουμε μαζί μας αδιάβροχα, αφού ο καιρός έδινε βροχές και δυνατούς ανέμους εντάσεως 5 με 6 μποφόρ!

 

 

Είναι 7 η ώρα Κυριακή πρωί και το ξυπνητήρι μόλις έχει πιάσει δουλειά! Το πάπλωμα είναι αρκετά βαρύ όμως πρέπει να το σηκώσουμε για να ετοιμαστούμε αν θέλουμε να είμαστε εκεί στην ώρα μας ώστε να παραλάβουμε τα νούμερά μας. Η γραμματεία του αγώνα βρίσκεται σχετικά στην αρχή του άλσους, κάτω από πεύκα, οξιές και βελανιδιές, σ’ ένα φθινοπωρινό τοπίο που σίγουρα θα ήθελες να το απολαύσεις κοιτώντας πίσω από ένα θαμπωμένο παράθυρο και απολαμβάνοντας μια κούπα ζεστή σοκολάτα! Οι χαμογελαστές κυρίες της γραμματείας μας εξυπηρετούν κατευθείαν αφού μέχρι στιγμής είναι λίγοι οι αθλητές που έχουν καταφτάσει. Το πακέτο του αγώνα έχει το νούμερο, αναμνηστικό μπλουζάκι (τεχνικό για τα 25χλμ και βαμβακερό για τα 8χλμ) με ωραίο, χτυπητό, έντονο χρώμα, ένα μικρό βαζάκι μέλι (σίγουρα δεν θα πάει χαμένο) και τσιπ για την ηλεκτρονική χρονομέτρηση και των δύο αγώνων! Οι άνθρωποι της φετινής διοργάνωσης θέλησαν να προσφέρουν το κάτι παραπάνω σε όλους τους αθλητές και η χρήση του τσιπ σίγουρα το αποδεικνύει αυτό, μιας που το κόστος της είναι αρκετά μεγάλο. Ωστόσο, πιστεύω ότι θα μπορούσε να είχε παραληφθεί ώστε τα χρήματα αυτά να δαπανηθούν αλλού.

 

 

Η δυνατή μουσική που έπαιζε συνεχώς δεν με άφησε να καταλάβω, όση ώρα ήμουν σκυμμένος και έδενα το τσιπ στο παπούτσι μου, πόσο γρήγορα και πόσοι πολλοί αθλητές είχαν φτάσει και ήδη είχαν σχηματίσει ουρά περιμένοντας εμπρός από την γραμματεία. Η γιορτή μόλις ξεκινούσε και όλοι ήμασταν χαρούμενοι! Φίλοι, καινούριοι φίλοι μέχρι και η Νάντια, που πίστευε ότι θα καθόταν μόνη της σε μια γωνιά, βρήκε γνωστούς!

 

 

Και αν ανάμεσα σε όλα αυτά πρέπει να σταθώ κάπου τότε σίγουρα θα είναι ο “Λιλιπούτειος” αγώνας των 800 μέτρων για τους πολύ μικρούς μας φίλους. Μία μικρή γύρα μέσα στο δάσος, ακολουθώντας το μονοπάτι, ικανή για να ζωντανεύσει τις εικόνες των παραμυθιών στους πολύ μικρούς αλλά και να αποτελέσει το έναυσμα για την ενασχόληση με τον αθλητισμό και το ορεινό τρέξιμο στους λίγο μεγαλύτερους. Και αν δεν είναι ωραία εικόνα να βλέπεις έναν μπόμπιρα 60 πόντους, με το σκουφί στο κεφάλι, να τρέχει, κρατώντας με το ένα χέρι το νούμερο στο στήθος για να μη του φύγει, τότε τι είναι; Συγχαρητήρια σε όλα τα παιδιά, μας δίνετε κουράγιο!

 

Όση ώρα μου απομένει μέχρι την εκκίνηση προσπαθώ να την περάσω δίνοντας συμβουλές στη Νάντια για το δικό της αγώνα που θα ξεκινούσε σαράντα λεπτά αργότερα από τον ορεινό ημιμαραθώνιο.

 

“Να προσέχεις τα σημάδια και τις κορδέλες για να μη χαθείς!”, “Μην ξεκινήσεις γρήγορα και μην παρασυρθείς από κανέναν, πήγαινε με το δικό σου ρυθμό.”, “Στο σταθμό να φας και να πιεις!”

 

“Μήπως να αφήσω και drop bag;” με διέκοψε η Νάντια.

 

Θα της έλεγα πως γινόταν ειρωνική όμως μετά σκέφτηκα πως κοροϊδεύω τον εαυτό μου μιας που ποτέ δεν τήρησα αυτά που την συμβούλευα!

 

“Κοίτα να το διασκεδάσεις!” της είπα αφού αυτό είχε μεγαλύτερη σημασία και ήταν η μοναδική αρχή στην οποία ήμουν πιστός.

 

 

Όμως ακόμη και αν ο χρόνος είναι σχετικός, κυλάει και βρέθηκα σύντομα μαζί με άλλους 189 φίλους δρομείς, κάθε ηλικίας, να μετράμε αντίστροφα για την έναρξη του αγώνα. Δίπλα μου στην γραμμή της εκκίνησης στέκονταν αρκετοί γρήγοροι δρομείς, ο Παναγιώτης Γούναρης, ο Κοσμάς Πλακετάς, ο Κώστας Γκάτσιος και οι 3 κοκκινοσκουφίτσες. Καλά διαβάσατε, όχι τα 3 γουρουνάκια αλλά οι 3 κοκκινοσκουφίτσες. Φυσικά, δεν ξεγελούσαν κανέναν οι τρεις φίλοι με την αμφίεσή τους αφού μέχρι και η μικρή μου κόρη που της έδειξα τη φωτογραφία είπε “Μπαμπά αυτοί είναι άντρες!”. Παρόλα αυτά, όλοι όσοι στεκόμασταν στην εκκίνηση εκείνη τη στιγμή χαμογελάσαμε, κοιτώντας τους, και προετοιμάσαμε το μυαλό μας για το παραμυθένιο ταξίδι που θα ξεκινούσε σε λίγο.

 

…3…2…1!!! Και ‘να μαι πάλι να τρέχω ανάμεσα σε φίλους! Ο χωματόδρομος που ακολουθούμε για λίγο δεν αργεί να αλλάξει σε δασικό μονοπάτι και η μικρή κατηφόρα, με την οποία ξεκινάει ο αγώνας, γρήγορα θα δώσει τη θέση της σε μια παρατεταμένη ανηφόρα μέχρι το 9ο χιλιόμετρο. Παρότι στο υψομετρικό προφίλ το κομμάτι αυτό μοιάζει με μικρό Γολγοθά στην πραγματικότητα υπάρχουν αρκετές μικρές ευθείες που μπορείς να τρέξεις και να ξεμουδιάσεις τα πόδια σου. Κάπου εδώ πρέπει να αναφερθώ στην έξτρα δουλειά που έγινε για να ανοιχτεί καινούριο μονοπάτι, κοντά στο 3ο χιλιόμετρο, ώστε να περνούν οι αθλητές από εκεί αντί για το χωράφι όπου διέσχιζαν τις προηγούμενες χρονιές το οποίο φέτος γέμισε μελίσσια! Το νέο μονοπάτι κατηφόριζε από μια απότομη δασωμένη πλαγιά όπου οι άνθρωποι της διοργάνωσης σπατάλησαν αρκετές ώρες για να δημιουργήσουν σκαλιά ώστε να είναι πιο ασφαλής η κατάβαση! Μάλιστα, όπου χρειαζόταν υπήρχε και σχοινί ως πρόσθετο μέτρο ασφαλείας. Το τερέν άλλοτε κακοτράχαλο, με φυτεμένη πέτρα, και άλλοτε στρωμένο με ξερά φύλλα δέντρων σε κρατούσε διαρκώς σε εγρήγορση! Ο αγώνας των 25 χιλιομέτρων του άλσους Νυμφαίας έχει ένα παράδοξο. Παρότι δεν έχει τόσο μεγάλη θετική υψομετρική διαφορά, για το ανάπτυγμα των 25 χιλιομέτρων, μπορεί να σε κουράσει σαν να έχεις τρέξει έναν Ορειβατικό Μαραθώνιο Ολύμπου. Και αυτό οφείλεται στο τερέν αλλά και στις συνεχείς εναλλαγές της διαδρομής που απαιτούν το 100% της προσοχής και των δυνάμεών σου! Δικαίως όσοι τερματίζαμε αργότερα κοιτιόμασταν μεταξύ μας και συμφωνούσαμε πως ήταν δύσκολος αγώνας!

 

 

Πίσω στον αγώνα δεν μπορώ να σταματήσω να τραβάω φωτογραφίες τα πάντα ολόγυρά μου. Αν διάλεγα μία από τις 4 εποχές του χρόνου τότε είναι απόλυτα σίγουρο πως αυτή θα ήταν το φθινόπωρο. Καφέ, κίτρινο, κόκκινο, γκρι, πράσινο, μπλε! Όλα ανακατεμένα σε μια εικαστική πανδαισία κι εγώ να προσπαθώ με βία να συγκρατήσω τη σκέψη μου στον αγώνα! Και πάνω που λέω ότι δεν γίνεται καλύτερα βρίσκομαι να κοιτάζω με δέος ένα τεράστιο κανόνι που ξεπροβάλλει μέσα από ένα λοφίσκο! Απομεινάρι μια άλλης εποχής, το ιστορικό Οχυρό Νυμφαίας στέκεται παγωμένο στο πέρασμα του χρόνου! Εδώ κάποιοι έδωσαν τη ζωή τους, εδώ κάποιοι πέθαναν ώστε να μπορούμε να περνάμε εμείς, τρέχοντας ελεύθερα, έπειτα απ’ όλα αυτά τα χρόνια!

 

 

Αφήνω πίσω μου το οχυρό και το μικρό άνοιγμα από τα δέντρα και ακολουθώ και πάλι το μονοπάτι που θα με οδηγήσει πολύ γρήγορα στο δεύτερο σταθμό τροφοδοσίας του αγώνα. Εθελοντές αρκετοί, χαμογελαστοί και πρόθυμοι να με εξυπηρετήσουν! Ο σταθμός είναι καλά οργανωμένος και έχει όσα θα μπορούσε να ζητήσει κανείς σε ένα μικρό ορεινό αγώνα. Η αναμνηστική φωτογραφία, λοιπόν, επιβάλλεται αφού πρωταγωνιστές του εγχειρήματος αυτού δεν είμαστε μόνο εμείς οι δρομείς αλλά και οι εθελοντές! Τους ακούω να μου εύχονται καλό τερματισμό καθώς χάνομαι και πάλι μέσα στο δάσος.

 

 

Η διαδρομή ξεκινάει να κατηφορίζει έντονα ενώ το ίχνος του μονοπατιού γίνεται ολοένα και πιο στενό! Οι οξιές και οι βελανιδιές φαίνεται να ζωντανεύουν σ’ αυτό το κομμάτι του δάσους καθώς πολλά από τα γυμνά κλαδιά τους μοιάζουν με γέρικα χέρια που απλώνονται να σε αρπάξουν. Οι καημένες οι 3 κοκκινοσκουφίτσες, λαχτάρα που θα πάθουν εδώ… Δεν άργησα όμως, τελικά, και τη λαχτάρα την έπαθα ο ίδιος! Σκόνταψα σε μία πέτρα που κρυβόταν κάτω από τα ξερά, πεσμένα φύλλα, και έφερα μια ωραιότατη τούμπα. Το μικρό στρέμμα γης που αγόρασα ήταν αρκετά κακοτράχαλο με αποτέλεσμα η φωτογραφική μηχανή που είχα στο χέρι μου να σπάσει όπως προσγειώθηκε πάνω στις πέτρες. Επιφανειακά πληγωμένος και βαθιά στεναχωρημένος σηκώθηκα αργά και άρχισα και πάλι να τρέχω. Δεν μπορούσα να πάψω να σκέφτομαι πόσο κρίμα ήταν που δεν θα τραβούσα πλέον άλλες φωτογραφίες.

 

 

Για να ξεχαστώ, άρχισα να σκέφτομαι τη Νάντια που ήδη είχε ξεκινήσει το δικό της αγώνα. “Άραγε που κοντά είναι; Σίγουρα θα έχει χαθεί, δεν υπάρχει περίπτωση… ” . Όμως η σηματοδότηση και στις δύο διαδρομές ήταν εξαιρετική και η γυναίκα μου όχι μόνο δεν είχε χαθεί αλλά συνέχιζε υπομονετικά. Πολύ υπομονετικά αφού από το 4ο χιλιόμετρο και έπειτα είχε κουραστεί αρκετά και αυτό το εκδήλωνε ρωτώντας όποιον έβρισκε πόσο ακόμα είχε μέχρι να τερματίσει.

 

 

Τα χιλιόμετρα περνούσαν γρήγορα και το μόνο που με απασχολούσε τώρα ήταν ο μαύρος ουρανός που μάζευε σύννεφα βροχής από παντού! Με τέτοιο δυνατό αέρα που φυσούσε ένα ήταν σίγουρο, σε λίγο που θα ανηφορίζαμε για το ψηλότερο σημείο του αγώνα, και με τον καιρό να δείχνει τα δόντια του, θα αντιμετωπίζαμε μεγάλο πρόβλημα! Ήδη νωρίτερα είχαμε συναντήσει τον Λαμπρινό, έναν από τους υπεύθυνους της διοργάνωσης, που μας προειδοποιούσε ότι υπήρχε ενδεχόμενο να συναντήσουμε ομίχλη ψηλότερα. Παρόλα αυτά συνέχισα να κατευθύνομαι προς το Έρεβος μιας που δεν είχα άλλη εναλλακτική. Φτάνοντας στους πρόποδες του “Δοκιμαστηρίου” διαπίστωσα με μεγάλη μου χαρά ότι μάλλον είχαμε γλιτώσει την καταιγίδα. Ο ουρανός ψηλά ήταν γκρίζος και δεν ακούγονταν βροντές από το βάθος του ορίζοντα. Μάλιστα, ο δυνατός αέρας που συνέχιζε να φυσάει με δρόσιζε καθώς ο ιδρώτας έσταζε λόγω της δύσκολης ανηφόρας του “Δοκιμαστηρίου”. Η ανάβαση ξεκινούσε μέσα από το πυκνό δάσος και σύντομα το μονοπάτι σε οδηγούσε σε μια γυμνή πλαγιά, με χαμηλή βλάστηση, την οποία διέσχιζες σχεδόν κάθετα για να βγεις στην κορυφή της. Εκεί βρισκόταν και ο κεντρικός σταθμός τροφοδοσίας του αγώνα, πλαισιωμένος από πάρα πολλούς εθελοντές που έσπευδαν να μας βοηθήσουν. Τσιπς, φρούτα, σταφίδες, αλμυρά φιστίκια, κράκερ, σοκολάτα, ισοτονικά, κόκα-κόλα και φυσικά νερό. Υπεραρκετά για να εφοδιαστούμε μέχρι το τέλος του αγώνα.

 

 

Τα επόμενα χιλιόμετρα μέχρι και τον τερματισμό είναι κατηφορικά και το έδαφος άλλοτε μαλακό δασικό μονοπάτι, άλλοτε γεμάτο πέτρες και άλλες φορές γεμάτο ξερά φύλλα που κρύβουν κινδύνους. Μη θέλοντας να ξαναβρεθώ με τα μούτρα καταγής αποφασίζω να ελαττώσω λίγο ταχύτητα και να πιάσω έναν πιο σίγουρο ρυθμό ο οποίος μου επέτρεπε να ελέγχω καλύτερα το πού πατούσα. Η γυναίκα μου, από την άλλη, θα τερμάτιζε σε λιγάκι, κουρασμένη και αποκαμωμένη αλλά σίγουρα περήφανη που τα κατάφερε εντελώς μόνη. Μάλιστα! Εντελώς μόνη αφού την πέρασαν όλοι σχεδόν οι συναθλητές της και σε όλη τη διάρκεια του “Λαϊκού Μονοπατιού” δεν είχε παρέα. Δεν την ενόχλησε όμως καθότι η ομορφιά του γύρω τοπίου της κρατούσε συντροφιά.

 

“Χάρη, ξέφυγα λίγο, μου άρεσε…” μου αποκάλυψε αργότερα στην επιστροφή για Θεσσαλονίκη.

 

Φτάνοντας στον επόμενο σταθμό τροφοδοσίας έρχομαι αντιμέτωπος με ακόμη μία δυνατή ανηφόρα! Παρότι δεν είναι μεγάλη, είναι αρκετά απότομη. Στο τελείωμά της ο φίλος Δημήτρης Ντωνές και η κοπέλα του, εθελοντές και αυτοί, με εμψυχώνουν αλλά εγώ έχω κουραστεί και αποφασίζω να χρησιμοποιήσω το βοηθητικό σχοινί για να ανέβω. Θυμόμουν, από πέρυσι, ότι μετά το σημείο αυτό λίγο μου έμενε μέχρι να τερματίσω όμως ο Δημήτρης μου λέει πως η διαδρομή έχει μεγαλώσει αφού προστέθηκε τελευταία ένα κομμάτι χωματόδρομου.

 

 

 

Αναχωρώ γρήγορα, απ’ το σταθμό, από το μονοπάτι που βρίσκεται στα δεξιά μου. Αυτό παρακάτω δίνει τη θέση του σε δασικό δρόμο ο οποίος πολύ σύντομα με οδηγεί αριστερά, και πάλι σε μονοπάτι, ανάμεσα στα πεύκα. Ξαφνικά ένας μαύρος σκίουρος πετάγεται παραδίπλα μου και σκαρφαλώνει σε ένα από τα πανύψηλα δέντρα αυτού του υπέροχου πευκοδάσους. Έπειτα στέκεται στο κλαδί και με κοιτάζει ανακουφισμένος αφού μάλλον με πέρασε για αρπακτικό από του οποίου τα δόντια μόλις ξέφυγε. Η τρομάρα του ήταν σίγουρα μεγάλη όμως η δική μου, λίγο πιο μετά, θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη! Το δασικό μονοπάτι με βγάζει μπροστά από νέο χωματόδρομο και από δύο ανθρώπους της διοργάνωσης. Ο ένας εξ’ αυτών, ο Πέπας Τζαβάρας, μου κόβει τον δρόμο και με στέλνει αριστερά σε νέο μονοπάτι στο βάθος. Και ‘κει που είμαι χαλαρός και αμέριμνος, ευτυχισμένος που σε λίγο τελειώνω, νιώθω πως κάτι δεν πάει καλά. Με την άκρη του ματιού μου πιάνω ένα μαύρο πράγμα να έρχεται τρέχοντας προς το μέρος μου από τα δεξιά.

 

 

Στο επόμενο δευτερόλεπτο διαπιστώνω πως αυτό το μαύρο πράγμα ήταν ένα Ροτβάιλερ που έσερνε την αλυσίδα που ήταν τυλιγμένη στο λαιμό του. Ο ανατριχιαστικός ήχος της αλυσίδας και η ορμή με την οποία ερχόταν κατά πάνω μου αυτή η μασέλα με πάγωσαν. Ειλικρινά, είχα μείνει ακίνητος και μόνο το μυαλό μου έτρεχε σε άσχημες σκέψεις… Δεν πρόλαβα καν να του φωνάξω μήπως και φοβηθεί και κόψει λίγο ταχύτητα… Την ώρα που πήδηξε με έλουσε κρύος ιδρώτας! Όμως αυτός ο καημενούλης ήταν αγαθός και μπουνταλάς! Έτρεχε κατά πάνω μου γιατί ήθελε να παίξω μαζί του. Πότε πηδούσε πάνω μου και προσπαθούσε να πιάσει το φλασκί μου και πότε έμπαινε μπροστά μου και μπερδευόταν ανάμεσα στα πόδια μου. Και αυτή η αλυσίδα που έσερνε… Ποιος ξέρει τι ξερίζωσε για να ελευθερωθεί! Με συνόδευσε για καμιά 200 μέτρα και μετά με άφησε. Αργότερα έμαθα πως τριγυρνούσε εκεί αδέσποτος και ότι τον είχαν δεμένο για να μην τρομάξει κανέναν αθλητή, παρότι άκακος. Έλα όμως που ήταν παιχνιδιάρης!

 

Κάπως έτσι έφτασα να βλέπω και την αψίδα του τερματισμού. Η γυναίκα μου με περίμενε και μαζί με όλον τον κόσμο που βρισκόταν εκεί χειροκροτούσε όσους τερμάτιζαν!

 

“Πώς σου φάνηκε;” τη ρώτησα μόλις ηρεμήσαμε.

 

“Χάρη, ψόφησα!” μου απάντησε αλλά τα μάτια της που έλαμπαν έλεγαν την αλήθεια…

 

Λεζπουρίδης Θεοχάρης.

 

Δείτε τα αποτελέσματα των αγώνων εδώ.

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ