Η Πρώτη Ανάβαση του Cho Oyu από την Ομάδα του H. Tichy το 1954 (Mέρος B')

By 17 Νοε 2003

Την ρομαντική περίοδο της δεκαετίας του ’50 κάποιοι όπως ο πρωταγωνιστής αυτής της ιστορίας, ονειρεύονταν ακόμα. Τα αγνά κίνητρα και η πνευματική αναζήτηση μπορούσαν να οδηγήσουν ανθρώπους όπως ο Herbert Tichy να ψάξουν τη γνώση μέσα από απόπειρες σε απάτητες κορυφές. Πέρασαν αρκετά χρόνια για να γίνει αυτή η αναζήτηση ένα «ξερό» εμπόριο με ματαιόδοξους πελάτες, κάθε είδους. Η αποστολή του Cho Oyu γεννήθηκε στις όχθες ενός μικρού ποταμού στο δυτικό Νεπάλ το 1953. Ο Herbert Tichy, ένας 42χρονος Αυστριακός γεωλόγος, λόγιος, εξερευνητής, ορειβάτης και φιλόσοφος, επέστρεφε από μια τετράμηνη πορεία στα άγνωστα τότε βουνά του δυτικού Νεπάλ, όταν αποφάσισε μαζί με τους Σέρπα φίλους του να επιχειρήσουν την επόμενη χρονιά το απάτητο Cho Oyu...

Μέρος Β'

Οι Σέρπα κινητοποιήθηκαν, άρχισαν να αρπάζουν κομμάτια του εξοπλισμού που θα άξιζε να τα μεταφέρουν κάτω, αφήνοντας τα αντίσκηνα εκεί που βρίσκονταν. Ο Tichy ήταν σχεδόν εντελώς αβοήθητος, ανίκανος να δέσει τα κραμπόν του ή ακόμα και να κρατήσει ένα πιολέ και επίσης δεμένος σ ένα σχοινί για τέσσερις, ένιωθε υπερβολική σιγουριά, πεπεισμένος ότι θα μπορούσαν να τον κατεβάσουν κάτω.

Καθώς έχασαν υψόμετρο, ο αέρας μαλάκωσε λίγο. Στην Κατασκήνωση 3 βρήκαν τον Sepp Joechler, ο οποίος είχε ανοίξει μόνος του το δρόμο για πάνω κόντρα στο δυνατό άνεμο, έχοντας αρπαχτεί σε μια περίπτωση και έχοντας φύγει στον αέρα για 50 περίπου μέτρα αλλά ευτυχώς καταλήγοντας σε μαλακό χιόνι. Συνέχισαν προς τα κάτω μέχρι την Κατασκήνωση 2. Ο Heuberger βρισκόταν εκεί και ήταν σε θέση να κάνει στον Tichy μερικές ενέσεις για να βελτιωθεί η κυκλοφορία του. Υπήρχαν όμως πολύ λίγα που μπορούσαν να γίνουν για τα χέρια του, που τώρα είχαν πρηστεί, φτάνοντας σε διπλάσιο απ το φυσιολογικό, γεμάτα από τεράστιες φουσκάλες. Με μια πρώτη ματιά τα χέρια του ήταν σε τόσο σοβαρή κατάσταση όσο και του Maurice Herzog το 1950 στο Annapurna και φαινόταν ότι υπήρχε πολύ σοβαρός κίνδυνος να χάσει όλα τα δάχτυλά του. Στις επόμενες 24 ώρες κατάπιε 80 χάπια για να βελτιώσει την κυκλοφορία του. Η σωστή δόση ήταν 16, αλλά δεν υπήρχε γιατρός για να συμβουλεύσει το αντίθετο.

Έκαναν και κάτι ακόμα που θα μπορούσε να είναι πολύ πιο σοβαρό: ο Sepp Joechler ήταν της άποψης να αφήσουν τα χέρια του Tichy όπως ήταν, αλλά ο Pasang που είχε εμπειρία από κρυοπαγήματα στο παρελθόν, ήταν πεπεισμένος ότι έπρεπε να ανοίξουν τις φουσκάλες, εκθέτοντας όμως με αυτό τον τρόπο τα τραυματισμένα χέρια στον κίνδυνο προβολής από μόλυνση. Πιθανώς εκείνο που τον έσωσε ήταν η απόφαση να μείνει στην Κατασκήνωση 1, η οποία καθώς βρισκόταν πάνω από τη «Γραμμή του Χιονιού», ήταν απαλλαγμένη από μικρόβια.

Στο μεταξύ εντελώς απρόσμενα άρχισε να ξαναφτιάχνει και η διάθεσή τους. Είχαν φτάσει τόσο κοντά στην επιτυχία. Σίγουρα ο Joechler μπορούσε να φτάσει στην κορυφή μαζί με τον Pasang, μόλις ο άνεμος θα κόπαζε και στο μεταξύ θα είχαν και την ευκαιρία να ξεκουραστούν. Ο Tichy ήθελε να δει και πιθανόν να τους βοηθήσει να πετύχουν, αν και σ αυτή τη φάση δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι θα κάνει κάτι περισσότερο από το να αναλάβει ένα μικρό υποστηρικτικό ρόλο.

Βραδινή άποψη του Cho Oyu

Είχαν αφήσει αρκετά από τα αποθέματα τροφής και καυσίμων τους στο Namche Bazaar, ελπίζοντας ότι θα έκαναν μια γρήγορη ανάβαση. Τα αποθέματά τους είχαν πέσει πολύ χαμηλά, γι αυτό ο Tichy είπε στον Pasang να πάει πίσω στο Namche και να φέρει τα επιπλέον τρόφιμα και καύσιμα ενώ οι υπόλοιποι θα περίμεναν και θα ξεκουράζονταν στη βάση του βουνού. Ο Tichy πέρασε τις μέρες του αναρρώνοντας, ξαπλωμένος στη λιακάδα μέσα στον υπνόσακό του, απορροφημένος μέσα στη θαλπωρή του, αγναντεύοντας τον τεράστιο όγκο του Cho Oyu, η φιλοδοξία του για μεγαλύτερη ανάμιξη στην επόμενη απόπειρά τους μεγάλωνε μαζί με τη φυσική δύναμη που άρχισε να επιστρέφει στο σώμα του. Τα άλλα δύο μέλη της ομάδας του γρήγορα ξεκουράστηκαν και ξεκίνησαν για να εξερευνήσουν τη δυτική πλευρά του Cho Oyu. Και μετά, την τρίτη μέρα της ξεκούρασής τους, ο Tichy είδε μερικές φιγούρες να πλησιάζουν απ την κατεύθυνση του διάσελου. Στην αρχή νόμισε ότι ήταν μάλλον Θιβετιανοί στρατιώτες, που έρχονταν να τους συλλάβουν, αλλά μετά όταν πλησίασαν μπόρεσε να δει ότι οι επισκέπτες ήταν ορειβάτες και ότι μία απ αυτούς ήταν γυναίκα.

Οι δύο επισκέπτες ήταν η Claude Kogan και ο Dennis Bertholet, μέλη της Ελβετικής αποστολής του Gauri Sankar. Μετά τους πρώτους χαιρετισμούς, σύντομα έγινε φανερό ότι οι Ελβετοί σχεδίαζαν να δοκιμάσουν το Cho Oyu. Είχαν βρει το Gauri Shankar πολύ δύσκολο και ήθελαν μια πιο εύκολη επιλογή, προτείνοντας ότι οι δύο αποστολές θα μπορούσαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους, αφήνοντας να εννοηθεί ότι τα κρυοπαγήματα του Tichy δεν θα επέτρεπαν στον ίδιο και στους δύο συντρόφους του να έχουν καμιά ελπίδα να ανέβουν το βουνό από μόνοι τους. Ο Tichy βρήκε τους δυο Ευρωπαίους συντρόφους του ωστόσο αρκετούς και δεν ήθελε μια μεγαλύτερη αποστολή. Επισήμανε στους Ελβετούς ότι είχε κατ΄ εξαίρεση μια άδεια για το Cho Oyu και τους υπέδειξε ότι θα έπρεπε να κοιτάξουν για κάποιο άλλο βουνό στην περιοχή μετά απ όλα αυτά, υπήρχαν πολλά. Οι Ελβετοί όμως ήταν αμετάπειστοι. Ένα «τρένο» αποσκευές που μετέφεραν γιάκ και βαστάζοι ήταν καθοδόν και δεν μπορούσε να σταματήσει. Είχαν αποφασίσει να δοκιμάσουν το Cho Oyu με ή και χωρίς τη συμμετοχή του Tichy. Η ελβετική ομάδα ήταν κάτω απ την αρχηγία του Raymond Lambert, ο οποίος είχε φτάσει τόσο κοντά στο Έβερεστ πριν από δύο χρόνια (Σημ.Α-Ζ: Lambert & Tenzing είχαν φτάσει το 1952 χωρίς οξυγόνο στα 8650 μέτρα πριν υποχωρήσουν). Μετά από μακριά συζήτηση, που αρκετά συχνά «άναβε», οι δύο πλευρές έφτασαν σε ένα συμβιβασμό: οι Ελβετοί θα άρχιζαν να στήνουν τις κατασκηνώσεις τους στο βουνό, αλλά δεν θα έκαναν απόπειρα για την κορυφή μέχρι οι Αυστριακοί να είχαν μια ακόμα προσπάθεια από την ψηλότερη κατασκήνωσή τους, πάνω από το Φράγμα του Πάγου.

Τώρα δεν έμπαινε πλέον θέμα να περιμένουν τον Pasang. Οι Αυστριακοί είχαν μια πολύ μικρή ποσότητα τροφής αποθηκευμένης στις κατασκηνώσεις τους στο βουνό. Στην Κατασκήνωση 3 υπήρχε λίγο κακάο, τυρί, μαρμελάδα, ‘τσάμπα’ (αλεύρι από καλαμπόκι), μια γκαζιέρα και λίγο καύσιμο. Στο μέρος που ήταν στημένη η ψηλότερη κατασκήνωσή τους υπήρχαν λίγες κονσέρβες κρέας και ψάρι, λίγο γάλα, βρώμη και δυο γκαζιέρες ακόμα –όλα αυτά πολύ λίγα για μια απόπειρα σε κορυφή 8000 μέτρων.

Ο Tichy δίστασε, η ομάδα τους ήταν τόσο εξασθενημένη, οι προμήθειες για έξι Σέρπα και τρεις Ευρωπαίους ήταν τόσο γελοία ανεπαρκής. Τότε όμως ένας Σέρπα της ομάδας ανέφερε ότι οι Ελβετοί ξεκίνησαν για το βουνό. Ο Tichy δεν αμφέβαλλε άλλο και ξεκίνησαν από την Κατασκήνωση 1, πηγαίνοντας κατευθείαν στην Κατασκήνωση 3. Ήταν τώρα 17 Οκτωβρίου και οι φθινοπωρινοί άνεμοι φυσούσαν με βιαιότητα πάνω στο βουνό. Για να αποφύγουν το ενδεχόμενο να διαλυθούν οι σκηνές τους από τον αέρα και πάλι, έσκαψαν μια χιονότρυπα, το ασφαλέστερο και το πιο άνετο είδος καταφυγίου στο βουνό. Σ αυτή τη φάση σχεδίαζαν ότι ο Joechler και τρεις Σέρπα θα μετακινηθούν στην Κατασκήνωση 4 και μετά ο Joechler μαζί με τον Adjiba, θα έκαναν απόπειρα για την κορυφή. Τα χέρια του Tichy ήταν άσχημα πρησμένα και ήταν ανίκανος να φορέσει μόνος τα άρβυλά του ή ακόμα και να κουμπώσει τα ρούχα του χωρίς βοήθεια.

Ο Joechler και οι τρεις Σέρπα προσπάθησαν να φτάσουν στην Κατασκήνωση 4, αλλά αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν εξαιτίας του φοβερού κρύου και του τρομερού αέρα. Ο Tichy είχε ανάμικτα συναισθήματα, εν μέρει μια ανησυχία γιατί μπορεί να μην είχαν άλλη ευκαιρία για απόπειρα προς την κορυφή και εν μέρει μια ανακούφιση, καθώς με μια καθυστέρηση υπήρχε μια αμυδρή πιθανότητα ότι θα μπορούσε να είναι έτοιμος να προσπαθήσει για την κορυφή.

Η θύελλα λυσσομανούσε για δύο ακόμα μέρες, καθηλώνοντάς τους μέσα στη χιονότρυπα. Κάθε μέρα ο Heuberger έκανε και μια ένεση στο μηρό του Tichy, για να βοηθηθεί η κυκλοφορία του. Οι παγωμένες αμπούλες έπρεπε να λιώσουν πρώτα πάνω από τη γκαζιέρα πριν τροφοδοτηθεί η σύριγγα με το περιεχόμενό τους και μετά ο Heuberger έπρεπε να βρει στα γρήγορα μια φλέβα, πριν το υγρό παγώσει μέσα στη σύριγγα. Ήταν μια απελπισμένα κρύα κι επίπονη διαδικασία, με τη θερμοκρασία μέσα στη χιονότρυπα να είναι σταθερά λίγο πιο κάτω από το σημείο πήξης αλλά ο Heuberger έκανε επίμονες προσπάθειες κι ο Tichy επέμενε κι αυτός, αποφασισμένος να δει την αποστολή να ολοκληρώνεται, ακόμα κι αν αυτό θα σήμαινε ότι θα έχανε τα δάχτυλά του στην προσπάθεια.

Όσο αυτοί ήταν καθηλωμένοι από το φοβερό αέρα, οι Ελβετοί –πιο φρέσκοι, πιο δυνατοί σε αριθμούς- άνοιγαν αργά και με σταθερότητα το δρόμο τους στο βουνό, φτάνοντας στον Παγωμένο Τοίχο, φιξάροντας ένα δικό τους σχοινί παράλληλα με αυτό των Αυστριακών.

Τα πρωί της 18ης ξημέρωσε καλό, αλλά το πιο σημαντικό απ όλα, ο αέρας είχε πέσει. Αποφάσισαν να κάνουν μια ακόμα προσπάθεια να φτάσουν στην Κατασκήνωση 4. Μόλις είχαν ετοιμαστεί, πρόσεξαν τρεις φιγούρες να έρχονται από χαμηλά. Αυτοί θα πρέπει να ήταν οι Ελβετοί που τώρα πια ήταν έτοιμοι να τους προσπεράσουν. Και μετά, καθώς οι φιγούρες πλησίασαν πιο κοντά, σε ευχάριστη έκπληξή τους διαπίστωσαν ότι ήταν ο Pasang με δύο από τους Σέρπα της αποστολής. Ο Pasang με ωχρό πρόσωπο, σημαδεμένο απ την εξάντληση, ψέλλισε:
«Έφτασαν οι Ελβετοί στην κορυφή?»
«Όχι»
«Δόξα σοι ο Θεός. Θα έκοβα το λαιμό μου αν είχαν φτάσει»

Ακουγόταν και φαινόταν σαν να το εννοούσε στην πραγματικότητα! Είχε ακούσει τα νέα για την «εισβολή» των Ελβετών, το προηγούμενο πρωί στο Marlung, περίπου στα 4000 μέτρα, ένα από τα τελευταία χωριά απ την άλλη μεριά του Nangpa La, περίπου 50 χιλιόμετρα μακριά, και μεγάλο τμήμα της διαδρομής από εκεί βρίσκεται πάνω στις μοραίνες των παγετώνων, πράγμα που κάνει την πορεία αργή και επίπονη. Οι τρεις Σέρπα πακετάρισαν τις προμήθειές τους και συνέχισαν να προχωρούν όλη τη μέρα, για να φτάσουν στην Κατασκήνωση Βάσης το προηγούμενο βράδυ. Ξεκινώντας πριν το χάραμα, ακόμα βαριά φορτωμένοι, έφτασαν στην Κατασκήνωση 3 το ίδιο πρωί. Αυτό από μόνο του ήταν ένα απίστευτο κατόρθωμα αλλά τα περισσότερα ακόμα θα ακολουθούσαν.

Ο Pasang στην κορυφή

Ο Pasang δεν θα σκεφτόταν να ξεκουραστεί, αλλά αμέσως προσφέρθηκε να συνεχίσει με τους υπόλοιπους μέχρι την Κατασκήνωση 4. Ήταν αποφασισμένος να πάρει μέρος στην απόπειρα για την κορυφή. Ο Tichy εμπνευσμένος από το κατόρθωμα του Pasang και μισώντας την ιδέα να μείνει πίσω, αποφάσισε να πάει τουλάχιστον μέχρι την πιο ψηλή Κατασκήνωση. Έπρεπε τα παπούτσια και τα κραμπόν να του τα φορέσουν οι Σέρπα, ήταν ανίκανος να κρατήσει ένα σχοινί αλλά αργά, πεισματικά και με βαριά βήματα, με τη βοήθεια των υπόλοιπων συνέχιζε. Ο παγωμένος τοίχος ήταν μια απελπισμένη πάλη. Δεν μπορούσε να κρατήσει το φιξαρισμένο σχοινί κι έπρεπε οι υπόλοιποι να τον τραβήξουν πάνω, δεμένο στην άκρη ενός σχοινιού. Στα μισά του ανεβάσματος το ένα κραμπόν χαλάρωσε αλλά ο ίδιος δεν είχε τη δύναμη να το σφίξει πάνω στο πόδι του. Σχεδόν έκλαψε, όχι μόνο από την αγωνία για τα τραυματισμένα του χέρια αλλά από την αίσθηση του ότι βρίσκεται αβοήθητος κι ότι είναι ένοχος που είναι τέτοιο βάρος για τους συντρόφους του, ίσως κι ένας αυξημένος κίνδυνος.

Όμως καθώς ξεπέρασαν τον παγωμένο τοίχο μπορούσαν να ξεδεθούν. Ήταν βέβαια ολόκληρη υπόθεση το να κάνει απλά βήματα αλλά αργά και κοπιαστικά κατάφερνε να συνεχίζει. Τώρα δεν υπήρχαν πια άλλα σημάδια από πατημασιές. Οι Ελβετοί βρίσκονταν κάπου χαμηλά, με ασφάλεια και κυρίως, έξω απ τη διαδρομή. Ο αέρας αντεχόταν και το χιόνι ήταν σφιχτό κάτω απ τα πόδια τους. Είχαν πετύχει ίσως ένα «παράθυρο» του καιρού ανάμεσα στις τελευταίες θύελλες της περιόδου των μουσώνων και του αέρα απ τη μια και στο ξεκίνημα του πραγματικού χειμώνα απ την άλλη, όταν υπάρχουν εκείνες οι παράξενες ημέρες με καλό καιρό.

Όμως η ενδιάμεση περίοδος ήταν πολύ σύντομη. Από νωρίς το απόγευμα, όταν ακόμα βρίσκονταν κάτω, στην τοποθεσία της προηγούμενης ψηλότερης κατασκήνωσης, ο άνεμος έβγαζε όλη του τη δύναμη κι έσκιζε τον καθαρό αλλά χλωμό ουρανό, σφυροκοπώντας πάνω στα ρούχα τους, σηκώνοντας μικρά κομμάτια πάγου από την επιφάνεια που τώρα είχε σκληρύνει και τα έστελνε κατευθείαν πάνω σε κάθε εκτεθειμένο σημείο του προσώπου. Ανέβηκαν ακόμα 50 μέτρα πιο πάνω από το προηγούμενο ψηλότερο σημείο πριν σταματήσουν για τη νύχτα. Φυσικά δεν γινόταν λόγος να σκάψουν για σπηλιά, το χιόνι ήταν πάρα πολύ σκληρό. Όλο κι όλο που μπορούσαν να κάνουν, ήταν να ισιώσουν μικρά σημεία στην πλαγιά, που χρειάζονταν για να στήσουν τα αντίσκηνά τους. Τα χέρια του Tichy πονούσαν ανυπόφορα καθώς κουλουριάστηκε σε μια μεριά, περιμένοντας να στηθούν τα αντίσκηνα. Έδεσαν τις σκηνές μεταξύ τους, ασφαλίζοντάς τις στο χιόνι –όσο ήταν δυνατόν- έχοντας πάντα στο μυαλό τους αυτό που είχε συμβεί στην προηγούμενη τους απόπειρα. Δεν υπήρχε και πολλή άνεση, ακόμα κι όταν τα αντίσκηνα στήθηκαν, γιατί ήταν 6 αυτοί που θα έμεναν στην Κατασκήνωση 4 και με τρεις ανθρώπους σε μια σκηνή για δύο, ήταν σχεδόν αδύνατο να μαγειρέψεις να ανακαθίσεις ή να κουνηθείς χωρίς να ενοχλήσεις κάποιον από τους συντρόφους σου.

Δεν ήταν εντελώς σίγουροι πόσο ψηλά βρισκόταν η κατασκήνωσή τους. Σύμφωνα με τις φωτογραφίες που είχαν, βρίσκονταν σ ένα υψόμετρο περίπου 7000 μέτρα, αλλά σύμφωνα με τα αλτίμετρά τους βρίσκονταν μόνο στα 6860. Όποιο κι αν ήταν σωστό ήθελαν άλλα 1200 μέτρα για να φτάσουν στην κορυφή, ένα φαινομενικά αδύνατο κατόρθωμα, ειδικά χωρίς τη βοήθεια του οξυγόνου. Το σχέδιο ήταν ότι ο Joechler κι ο Pasang θα ξεκινούσαν την απόπειρα το επόμενο πρωί, ενώ οι υπόλοιποι θα ακολουθούσαν πιο πίσω και θα έστηναν μια ψηλότερη κατασκήνωση γι αυτούς, ώστε να την βρουν στην επιστροφή τους. Όμως αργά το απόγευμα η απόφαση του Tichy για την κορυφή άλλαξε και πάλι. Η σκέψη ότι απλά θα καθόταν και θα περίμενε ενώ το ζευγάρι των Joechler και Pasang θα κατευθυνόταν για την κορυφή, ήταν αβάσταχτη.

Δεν θα ήμουν ποτέ σε θέση να αντέξω μια μέρα σαν κι αυτήν. Είχα στοιχηματίσει τα πάντα στο Cho Oyu, από εκείνη ακόμα τη συνομιλία πριν ένα χρόνο. Την τελευταία στιγμή το στοίχημά μου ακυρώθηκε. Θα έπρεπε να καθίσω και να μην κάνω τίποτα, να αφήσω την κρίσιμη στιγμή σε άλλους και να μείνω ασφαλής στη σκηνή. Η προοπτική με γέμισε μελαγχολία, τέτοια που δεν είχα ξανανιώσει. Ήταν τόσο επώδυνο που ξέχασα τον πόνο στα χέρια μου.

Ήταν ένα αίσθημα που πολλοί ορειβάτες έχουν νιώσει: η τεράστια καταλυτική έλξη που προκαλεί η κορυφή. Σε μια αποστολή ο κόσμος χάνεται, ο ορίζοντας του καθενός προσδιορίζεται από τις κορυφές που τον περιτριγυρίζουν αλλά το βλέμμα του μαγνητίζεται συνεχώς από την κορυφή που ξεπροβάλει από πάνω, φευγαλέα μέσα απ τα σύννεφα. Σ όλη τη διάρκεια της ανάβασης ο Tichy ήταν σε μια κατάσταση σύγκρουσης. Ένα κομμάτι του είχε επαναστατήσει ενάντια στην ελάχιστη κοινωνική δομή και στην πειθαρχία που χρειαζόταν για να εξασφαλιστεί ο στόχος που ήταν η ανάβαση στο βουνό κι ακόμα, την ίδια ώρα –σ αυτή τη συγκεκριμένη περίπτωση- ήθελε πραγματικά να φτάσει στην κορυφή του Cho Oyu, είχε όλη την φιλοδοξία του αφοσιωμένου τεχνικού ορειβάτη, με την ίδια ορμή όπως ο Buhl, ο Messner ή ο Bonatti. Αυτό αναμφίβολα μεγεθύνθηκε από το γεγονός ότι ήταν δική του ιδέα και φυσικά, η σκέψη ότι με κάποιο τρόπο θα έφτανε στην κορυφή ήταν στο πίσω μέρος του κεφαλιού του, από τη στιγμή ακόμα που είχε κατέβει απ το βουνό με κρυοπαγήματα έχοντας απορριφθεί από τις δυνάμεις της λογικής. Τώρα ανακοίνωσε την απόφασή του, η οποία πέρασε πάνω από τα πόδια του Gyalzen, μέχρι τον ασθενή Heuberger, που δεν είχε στιγμή σταματήσει να υποφέρει. Μετά μπουσούλισε μέχρι την άλλη σκηνή για να το ανακοινώσει και στον Sepp Joechler, ο οποίος απλά είπε: «Ωραία, αυτό ήταν που ήθελα».

Κανένας τους δεν κοιμήθηκε αρκετά εκείνη τη νύχτα. Σπάνια κοιμάται κανείς πριν από την τελική απόπειρα για την κορυφή. Η έξαψη είναι τόσο έντονη και πάνω απ όλα αυτά, ήταν όλοι εντελώς άβολα, χωρίς καμιά άνεση, με τον άνεμο να χτυπά πάνω στα αντίσκηνα σ όλη τη διάρκεια της νύχτας, τινάζοντας πάνω τους όλη την πάχνη που σχηματιζόταν στο εσωτερικό της σκηνής από την συμπύκνωση των υδρατμών που προκαλούσαν οι αναπνοές τους. Στη σκηνή του Tichy μόνο ο Gyalzen κοιμόταν βαθιά, απροβλημάτιστος και χωρίς το στρες για την μέρα της κορυφής. Έτσι φάνηκε και η διαφορά ανάμεσα στην αντιμετώπιση από έναν ντόπιο και σε σύγκριση με τους Ευρωπαίους συντρόφους του που δεν κατάφεραν να κλείσουν τα μάτια τους όλη νύχτα.

Ήταν ακόμα σκοτάδι όταν ο Adjiba στην άλλη σκηνή άρχισε να ετοιμάζει το πρωινό, δίνοντας στον Tichy ένα μπολ με δημητριακά και μια κούπα κακάο. Ο Gyalzen έπρεπε να σπρώξει τα πόδια του Tichy μέσα στις παγωμένες αρβύλες του, να δέσει τα κραμπόν πάνω σ αυτές και μετά, στο πρώτο φως της αυγής ήταν έτοιμοι. Καθώς βάδιζαν αργά, χωρίς να είναι ασφαλισμένοι με σχοινιά πάνω στις μακριές πλαγιές που οδηγούν στην κορυφή, το κρύο ήταν πολύ τσουχτερό και φυσούσε. Βρίσκονταν ακόμα σε μέρος με χιόνι που βούλιαζε. Ο Joechler γρήγορα έχασε κάθε αίσθηση στα πόδια του, τα οποία είχαν πάθει κρυοπαγήματα από την ανάβασή του στη βόρεια πλευρά του Eiger, δύο χρόνια νωρίτερα. Προσπάθησε να τα ζωντανέψει κτυπώντας τα με τη μύτη του πιολέ αλλά δεν κατάφερε τίποτα. Ο Tichy ένιωσε την ευθύνη του σαν αρχηγός της αποστολής

Ίσως θα μπορούσα να είχα πει «Γυρίστε πίσω, δεν θα το κάνω». Θα ήταν μια καλή συμβουλή. Κι ακόμα δεν θα έδιωχνα ποτέ από πάνω μου την υποψία, ότι εκτός από τη φροντίδα μου για τον Sepp, θα μπορούσε να ενεδρεύει μέσα μου η φιλοδοξία να γίνω ο μοναδικός Ευρωπαίος που θα φτάσει μέχρι την κορυφή.
Θα μπορούσα να είχα πει «Πίεσε τον εαυτό σου Sepp, θα τα καταφέρεις. Αλλά πώς μπορούσα να πάρω την ευθύνη αν έχανε το πόδι του? Ήταν ένα ζήτημα όταν ο καθένας από τους άνδρες έπρεπε να αποφασίσει για τον εαυτό του. Ο Pasang ήξερε τα δικά του αποθέματα δυνάμεων. Κι εγώ έπρεπε να ξέρω αν θα έπρεπε να γυρίσω πίσω. Ο Sepp επίσης, έπρεπε να ξέρει καλύτερα τι να ρωτήσει τον εαυτό του. Εκείνο που εγώ του είπα ήταν «Στη θέση σου θα γύριζα πίσω αλλά κάνε αυτό που νομίζεις ότι είναι σωστό.»

Herbert Tichy

Ο Joechler χαλάρωσε τις αρβύλες του και συνέχισε. Ήταν η ίδια συμπεριφορά μ αυτήν που είχε φέρει τον Tichy πάνω στο βουνό. Πήγαιναν αργά, κοντανασαίνοντας σε κάθε βήμα τους αλλά είχαν σταθερή πρόοδο, φτάνοντας στο απότομο τμήμα της πλαγιάς, εκεί όπου ξεπροβάλει το πέτρωμα μέσα από το χιόνι. Ο Tichy ήταν ανήμπορος να αδράξει τα πιασίματα του βράχου. Τα χέρια του ήταν πια άχρηστες προεκτάσεις του σώματός του κι ο πόνος ήταν αβάσταχτος. Ο Pasang ξετύλιξε το σχοινί και μετά από λίγα τραβήγματα σκαρφάλωσε πάνω από το βραχωμένο τμήμα. Η πλαγιά απλωνόταν τώρα με μια μικρή κλίση μέχρι την κορυφή. Άφησαν το σχοινί πίσω τους και περπάτησαν προς τα πάνω. Ο καθένας απ αυτούς ήταν χαμένος στο δικό του κόσμο.

Εδώ, οι πόρτες ήταν όλες πλατιά ανοιγμένες κι εγώ γέμισα από μια μακαριότητα που δεν μπορούσε να περιγραφεί κι ήταν εντελώς απροσδιόριστη. Αυτό δεν άλλαξε την πεποίθησή μου ότι όλοι θα πεθαίναμε εκείνη τη μέρα. Το μυαλό μου που ήταν αφυπνισμένο είχε πεισθεί γι αυτό. Θα φτάναμε στην κορυφή πολύ αργά και δεν θα γυρίζαμε ποτέ πίσω, είτε στην Κατασκήνωση 4 είτε στη σκηνή που θα έστηναν ο Helmut κι ο Adjiba για μας. Θα κάναμε bivouac στην πλαγιά και θα παγώναμε. Αυτή η πεποίθηση ήταν τμήμα της ευδαιμονίας που απλωνόταν μέσα μου. Δεν είχε τίποτα ηρωικό ή το απειλητικό και δεν με έκανε να βιάζομαι. Σχεδόν όπως όλες οι θρησκείες πασχίζουν να διώξουν το φόβο του θανάτου και να τον κάνουν να φαίνεται αποδεκτός, μπορώ να ισχυριστώ ότι μ αυτή την έννοια είχα μια γνήσια θρησκευτική εμπειρία.

Και πήγαιναν όλο και ψηλότερα πάνω στο βουνό, ώσπου ξαφνικά η πλαγιά άρχισε να πέφτει απ όλες τις πλευρές. Μπορούσαν να δουν τριγύρω τους, το Έβερεστ, τις κορυφές του Sola Khumbu, την περικυκλωμένη από σύννεφα κοιλάδα του Namche Bazaar, όπου ο Pasang βρισκόταν πριν από μόλις δύο μέρες. Σε διάστημα τριών ημερών είχε καλύψει απόσταση πάνω από 50 χιλιόμετρα και είχε ανέβει πάνω από 4700 μέτρα για να βρεθεί στην κορυφή του Cho Oyu, πιθανόν ένα από τα πιο αξιοσημείωτα κατορθώματα στην ιστορία της ορειβασίας -ένα κατόρθωμα ισάξιο με την υπεράνθρωπη αποφασιστικότητα του Tichy, που τον κράτησε πάνω στο βουνό και τον ανέβασε σιγά-σιγά μέχρι εδώ, τώρα, στην κορυφή απ αυτό το βουνό των ονείρων του. Όλοι δάκρυσαν από χαρά και από αίσθημα ενότητας που η στιγμή τους έδωσε αλλά ακόμα κι εδώ ο Tichy ένιωθε ανήσυχος από την τεράστια απεραντοσύνη που τους περιτριγύριζε:

Ο ατέλειωτος γαλάζιος ουρανός πέφτει από παντού τριγύρω μας απότομα, σαν μια τεράστια καμπάνα. Το να έχουμε φτάσει ως την κορυφή ήταν σπουδαίο αλλά η τόσο κοντινή απόσταση από τον ουρανό ήταν συντριπτική. Μόνο λίγοι άνθρωποι είχαν φτάσει πιο ψηλά από όσο είχαμε φτάσει εμείς εκείνη τη μέρα. Ήταν ο ουρανός που κυριαρχούσε τη μισή ώρα που σταθήκαμε πάνω στην κορυφή.

Κατάφεραν να φτάσουν πίσω στην Κατασκήνωση 4, με τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου που έδυε και μετά πια να υποστούν αυτή την αργή –και αρκετές φορές επίπονη- διαδικασία μετάβασης από το βουνό στον πολιτισμό.

Οι Ελβετοί δεν κατάφεραν να φτάσουν ποτέ στην κορυφή, οι άνεμοι ήταν πολύ δυνατοί. Το αν οι άνεμοι ήταν χειρότεροι απ αυτούς που συνάντησαν ο Tichy και η ομάδα του, είναι δύσκολο να το πει κανείς, υπάρχει κάτι πάντως που γεμίζει με απογοήτευση όταν πρόκειται για τη δεύτερη ανάβαση. Οι Ελβετοί δεν είχαν το ίδιο επίπεδο αφοσίωσης, γι αυτούς το Cho Oyu θα ήταν μια ασήμαντη επιτυχία μετά την αποτυχία που ήδη είχαν. Δεν πέρασαν μέσα απ τον ίδιο Αρμαγεδδώνα. Όσο για τους θριαμβευτές, ο Pasang γύρισε πίσω στο Sola Khumbu για να παντρευτεί μια νεαρή Σέρπα. Ήταν ο ήρωας της μέρας. Ο Tischy γύρισε πίσω στη Βιέννη, με μια υποδοχή ήρωα, μια υποδοχή που ελάχιστα τον εξέπληξε, μάλιστα τον ζάλισε περισσότερο όλη αυτή η κατάσταση. Παρά την έκταση των κρυοπαγημάτων του, αυτά είχαν μόνο μικρή μακροπρόθεσμη επίπτωση στα δάχτυλά του. Ο ίδιος το απέδωσε στη μεγάλη ποσότητα chang και rakshi που κατανάλωσε κατά την επιστροφή του στην κοιλάδα του Dudh Kosi, ισχυριζόμενος ότι αυτό κράτησε μια καλή αγγειοδιαστολή: «Ήμασταν ή ελαφρά μεθυσμένοι ή εντελώς ‘στουπί’ για δύο εβδομάδες».

Ο Tichy δεν ανέλαβε άλλες αποστολές μετά το Cho Oyu κι αυτό δεν έγινε τόσο εξαιτίας μιας έλλειψης φυσικών ικανοτήτων όσο εξαιτίας μιας διαφορετικής και ευρύτερης αίσθησης για εξερεύνηση, η οποία τον οδήγησε αργότερα σε απείραχτες γωνιές του πλανήτη, για να γνωρίσει καινούργια μέρη, ανθρώπους και άλλες φιλοσοφίες. Ο Pasang πλησίαζε στο τέλος μιας μεγάλης αναγνωρισμένης ορειβατικής καριέρας, αν και ξανανέβηκε το Cho Oyu μια φορά ακόμα οδηγώντας μια Ινδική αποστολή με επιτυχία (Σημ.Α-Ζ: ήταν η 2η ανάβαση του βουνού το 1958, τέσσερα χρόνια μετά την πρώτη).

Η αποστολή του Tichy στο Cho Oyu ήταν μοναδική για πολλούς λόγους. Το βουνό από μόνο του δεν είναι ένα από τα δύσκολα, με βάση τα σύγχρονα δεδομένα αλλά στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ήταν η τρίτη ψηλότερη κορυφή που κατακτιόταν. Το βουνό είχε ήδη νικήσει μια αποστολή (εκείνη του Shipton το 1952), που με μια πρώτη ματιά ήταν πολύ πιο δυνατή και έμπειρη απ αυτήν του Tichy. Υπήρξαν κι άλλες μικρές αποστολές ή και μικρότερες ακόμα εκείνα τα χρόνια στα Ιμαλάια αλλά καμιά δεν πέτυχε ένα τόσο ψηλό βουνό όπως το Cho Oyu και μάλιστα χωρίς να χρησιμοποιήσει ούτε σε μια στιγμή συμπληρωματικό οξυγόνο!!! Επίσης, μοναδική ήταν η σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους Σέρπα και στους Ευρωπαίους, που έγιναν γνήσια μια και μοναδική ομάδα που δούλεψε με ίσους όρους. Για τον περισσότερο καιρό ο Pasang ήταν ένας αποτελεσματικός αρχηγός, ο οποίος συνάμα και άνοιγε το δρόμο στο χιόνι αλλά έδινε και την κινητήρια δύναμη προς τα πάνω αλλά με τη φιλοσοφία της μικρής αποστολής, το κάθε μέλος ήταν σε θέση να επηρεάσει τα γεγονότα και να πάρει την αρχηγία ανάλογα με την περίπτωση. Ήταν ο Sepp Joechler που στάθηκε αποφασιστικά ενάντιος σε οποιαδήποτε πρόταση συνεργασίας με τους Ελβετούς αλλά ήταν ο Tichy που κράτησε ενωμένη την αποστολή, στον οποίο τόσο ο Pasang όσο και ο Joechler είχαν στραφεί σε στιγμές σοβαρής κρίσης.

Πιο αξιοσημείωτα απ όλα ήταν η ακατάβλητη προσήλωση του Tichy, παρά το γεγονός ότι αντιμετώπιζε σοβαρά κρυοπαγήματα και η απίστευτη τριήμερη κούρσα στην κορυφή που έκανε ο Pasang και που με σύγχρονα κριτήρια αλλά και υπολογίζοντας τις αποστάσεις και το υψόμετρο που κάλυψε, σπάνια έχει επαναληφθεί μέχρι τις μέρες μας.

Μέρος Α΄

Λάζαρος Ρήγος

Γεννήθηκε στην Τήνο το 1961 και ζει στο Λιτόχωρο του Ολύμπου από το 2008. Ίδρυσε το Adventure Zone το 2001, μετά από σκέψεις για δημιουργία ενός ελληνικού portal για τα σπορ περιπέτειας. Δημιούργησε αγώνες ορεινού τρεξίματος, όπως Olympus Marathon (2004), Virgin Forest Trail (2007), Χειμωνιάτικος Ενιπέας (2006), Rodopi Ultra Trail (2009), Olympus Mythical Trail (2012). Στο ενεργητικό του αρκετές συμμετοχές σε αγώνες, όπως και μικρές αποστολές ultra διασχίσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό

www.advendure.com

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ