ADVENDURE is the leading web portal in Greece about Mountain Running, Adventure, Endurance and other Mountain Sports
Λέγεται ότι η χρυσή δεκαετία του αλπινιστή είναι αυτή μεταξύ τα 35 - 45 έτη. Είναι η εποχή της πρώτης ωρίμανσης που η εμπειρία αρχίζει να αποκρυσταλλώνεται εμποτίζοντας συνήθειες, στάσεις και τακτικές και που προσδιορίζονται οι βασικές συντεταγμένες της ζωής. Η εποχή που ο αλπινιστής μπορεί να επιλέξει με μεγαλύτερη άνεση στόχους συμβατούς και να επικεντρωθεί με περισσότερη ακρίβεια στις επιλογές του, να οξύνει την εγρήγορσή του και να εμβαθύνει στην τέχνη του. Η εποχή που το σώμα του από την χρόνια χρήση έχει αρχίσει να προσαρμόζεται στην καταπόνηση, όντας ακόμη αρκετά υγιές και δυνατό. Αλλά και η εποχή μεγαλύτερης ανεξαρτησίας, με περισσότερα λεφτά στην τσέπη και τις ίδιες περίπου υποχρεώσεις, αν δεν έχει ξεκινήσει οικογένεια. Πολλοί φερέλπιδες δεν θα προλάβουν ποτέ να την ζήσουν, κάποιοι άλλοι δεν πρόκειται ποτέ να την ξεπεράσουν.
Για μένα αυτή η χρυσή δεκαετία είχε ανοίξει ιδανικά με ανάβαση στο Έβερεστ το 2004 και την επακόλουθη ευφορία. Οι ορέξεις μπορεί να φρέναραν με την γέννηση των παιδιών και η δράση να περιορίστηκε, όμως συνεχίστηκε προσαρμοσμένη στις νέες συνθήκες με λίγες ενδιαφέρουσες αναβάσεις σε βουνά χαμηλότερου υψομέτρου σε Ινδία και Πακιστάν. Το 2014 ωστόσο υπολόγιζα να έκλεινα τον κύκλο μου με κάτι πιο εντυπωσιακό. Μια πρώτη διαδρομή σε κορυφή άνω των 7000 μέτρων.
Ο στόχος ένα άγνωστο βουνό στο Θιβέτ το Nyenchen Tanglha (7.132 μ.), που προβάλλει μια επιβλητική, παρατεταμένη βορινή πλευρά ανέγγιχτη μέχρι τότε. Και αυτή η ιδέα άνηκε στον πιστό σχοινοσύντροφο των τελευταίων μου αποστολών Νίκο Κρούπη, έναν δυνατό και θαρραλέο ορειβάτη από την Ελάτη Τρικάλων που του άρεσε πολύ η πραγματική περιπέτεια και είχε μια έφεση στην συλλογή των απαραίτητων πληροφοριών. Εκτός από τον Νίκο, θα συμμετείχαν στην αποστολή άλλοι δυο καλοί σχοινοσύντροφοι δοκιμασμένοι στα Ιμαλάια, ο πολύπειρος και άοκνος VIP του Ολύμπου, Μιχάλης Στύλας και ο Νίκος Λαζανάς ένας από τους αγαπημένους μου μαθητές, δουλευταράς και συγκροτημένος όσο πρέπει. Μικρή η ομάδα μας, αλλά με υψηλό φρόνημα. Το μόνο πρόβλημα ήταν το οικονομικό και η απίστευτη Κινέζικη γραφειοκρατία.
Εκείνο το απόγευμα αρχές Ιουλίου, είχαν μόλις αρχίσει να επιλύονται αυτά τα προβλήματα. Έμενε μόλις το θέμα της εκεί οργάνωσης, μιας και την ακριβοθώρητη άδεια ανάβασης δεν θα την παίρναμε ποτέ. Η υπεραισιοδοξία είναι μια αθεράπευτη ασθένεια για μας τους ορειβάτες. Θα πηγαίναμε ούτως ή άλλως με άδεια trekking υποτίθεται για βολτίτσες στον παγετώνα, αλλά θα δοκιμάζαμε τις όποιες πιθανότητές μιας ανάβασης, με το ενδεχόμενο κατάληξης μας σε Θιβετιανή φυλακή, όπως είχε συμβεί σε δυο Ολλανδούς δυο χρόνια νωρίτερα, όταν ντόπιοι ειδοποίησαν τις αρχές, εντοπίζοντας τους να κατεβαίνουν νύχτα με φακούς από μια ορθοπλαγιά, η αστυνομία τους περίμενε στο μονοπάτι και αυτοί δεν είχαν άδεια. Ήμασταν αποφασισμένοι σε βαθμό αφασίας, καμιά φορά χρειάζεται και λίγη τρέλα για να γίνει κάτι. Αυτό που δεν χρειαζόταν κείνο το απόγευμα της Τετάρτης ήταν να πάω σπηλιά Νταβέλη για ένα ..γρήγορο μισάωρο. Στην ζωή ενός οικογενειάρχη αναρριχητή αυτά τα γρήγορα μισάωρα απόδρασης-προπόνησης, είναι όντως γρήγορα, αλλά δεν είναι ποτέ μισάωρα.
Τρίτη σχοινιά της Χλόης στο βάθος διακρίνονται αναρριχητές στην 'Κλασσική'
Πάνω στη σπηλιά, καλοκαίρι όλο και κάποιους θα ανταμώσεις. Τον Σταμάτη πιο πιθανόν και τον Γρηγόρη με έναν 17χρονο πιτσιρικά, τον Γιώργο Γιαννάτο. Κουβέντες αναρριχητών ..για να προκύψει ότι ο μικρός που στο μεταξύ σκαρφάλωνε σούπερ, ήθελε Πλάκα. Ο Γιωργάκης είχε βγει στα βράχια από πολύ μικρός. Την πρώτη του διαδρομή την είχε κάνει με τριχιά στο Φλαμπούρι 14 χρονών με ένα συμμαθητή του. Αργότερα έμαθε να σκαρφαλώνει και κανονικά. Εκείνο το καλοκαίρι μόλις είχε τελειώσει το Λύκειο και θα έφευγε για σπουδές στην Αυστρία για να είναι δίπλα στις Άλπεις. Το μάτι του γυάλιζε τόσο που μπήκα στον πειρασμό να του προτείνω Σαββατιάτικη βόλτα στην Συκιά για την ασφαλή και σύντομη “Χλόη”.
Το προηγούμενο Σάββατο στο μεταξύ που ήμουν ξανά εκεί, είχα ορκιστεί να μην ξαναπατήσω. Είχα πάει αυθημερόν με τον σούπερ-Τάσο (Μουτάφη), τον βασικό σχοινοσύντροφο τα τελευταία χρόνια στις μεγάλες αναρριχήσεις, για να καταφέρουμε μια ακόμη γρήγορη ανάβαση της ορθοπλαγιάς, συνδυάζοντας την Κλασσική με την ελεύθερη επανάληψη της Σκιάς Όναρ, κάπου 30 σχοινιές σύνολο, σε δέκα ώρες. Στην επιστροφή είχε ζέστη και το κατέβασμα από το μονοπάτι του Καραγιάννη με είχε ξενερώσει.
Ο Τάσος ετοιμάζεται να ορμήσει στο περίφημο off width της Σκιάς Όναρ.
Λέγεται, ότι ένα ατύχημα στην αναρρίχηση σπάνια συμβαίνει κατακλυσμιαία, αλλά κτίζεται σταδιακά μέσα από μια ατυχή αλληλουχία συμπτώσεων, παραβλέψεων και λανθασμένων επιλογών. Η περίπτωση μου δεν αποτελεί εξαίρεση και τα βήματα είχαν ως εξής:
Βήμα πρώτο: η αθέτηση του όρκου. Δε φτάνει που πρότεινα στον πιτσιρικά να τον πάω στην Πλάκα, αλλά την Παρασκευή το απόγευμα το έκανα και πράξη παρόλο που βαριόμουνα. Μπορεί να παρασύρθηκα από το γεγονός ότι θα ανέβαιναν και άλλοι φίλοι για την ορθοπλαγιά, ο Μπελογιάννης, ο Ιπποκράτης, ο Iso, ο Ζέκης, ο Λαζανάς, ο Αναστασόπουλος. Πως να έλειπα εγώ από το βραδινό κάλεσμα στου Μπέκου;
Βήμα δεύτερο: η αγνόησή των κακών οιωνών. Ένα μεγάλο θέμα με την Συκιά είναι που θα κοιμηθείς πριν το σκαρφάλωμα. Στο χωριό δεν υπάρχει κάποιο βολικό σημείο να είσαι και κοντά στο αυτοκίνητο. Κάποιοι την πέφτουν εκεί που ξεκινά το μονοπάτι δίπλα στην βρύση. Πάνω στον δρόμο στη μέση του χωριού, ε δεν είναι πρέπουσα επιλογή, καφρίλα είναι. Εμείς πήγαμε στην δεξαμενή πριν το χωριό που έχει ταράτσα με θέα. Ο αγωγός έτρεχε ενοχλητικά, οπότε ξάπλωσα στο αμάξι, αλλά δεν μπόρεσα να κοιμηθώ ούτε μισάωρο. Επιπλέον, το πρωί ανακάλυψα ότι είχα ξεχάσει να πάρω παπούτσια πρόσβασης. Εκείνη την εποχή την έβγαζα με κάτι Keen τύπου crox με vibram, με αυτά κυκλοφορούσα με αυτά οδηγούσα, με αυτά θα έπρεπε να ανέβω εκείνη τη μέρα και το κακοτράχαλο μονοπάτι. Σαν να μην έφταναν αυτά, κάτω από την διαδρομή μου λέτε τι στην ευχή το ‘θελα να ξεστομίσω μια τόσο γελοία παραίνεση; “μικρέ, εδώ απαγορεύονται οι πτώσεις”.
Βήμα τρίτο: η απληστία. Η ορίντζιναλ γραμμή της“Χλόης” συναντά την διαδρομή Κλασσική στο έκτο ρελέ της, μέχρι εκεί είχαν φτάσει οι ανοίξαντες. Μέχρι εκεί φτάσαμε και εμείς, άνετα, νωρίς, πριν το μεσημέρι. Με βάση όλα τα δεδομένα της ημέρας θα έπρεπε να κατεβαίναμε ραπέλ από την ίδια. Ο Γιώργος είχε πάρει το βάπτισμα και εγώ θα γύρναγα με τα crox νωρίς σπίτι. Κάποιες φορές όμως οι αποφάσεις που παίρνουμε στα βουνά δεν βασίζονται στην λογική. Κοίταξα πάνω, για να προτείνω αψυχολόγητα να συνεχίσουμε όχι την εύκολη συνέχεια της Κλασσικής, αλλά την “παραλλαγή Τσουπρά” (Χλόη direct).
Βήμα τέταρτο: η απροβλεψία. Συχνά ο κόσμος ψέγει τους ορειβάτες για παραλογισμό. Η αλήθεια είναι ότι αυτό που περιμένεις από κάποιον που ξέρει τι κάνει στα βουνά, δεν είναι να παίρνει πάντα τις πιο εύλογες αποφάσεις, αλλά να προβλέπει τις απειλές και να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα. Δεν ξέρω αν ήταν η υπερβολική σιγουριά ή βιάση, αλλά τον κανόνα αυτόν παράβλεψα, στην κορυφή της “ατυχούς αλληλουχίας” εκείνο το μεσημέρι. Ξεκίνησα επικεφαλής με μια μόνο ασφάλεια στο ένα σχοινί, από το ψηλότερο σημείο του ρελέ, ένα μεσαίο καρύδι σφηνωμένο στις μικρές του έδρες. Μέχρι το βύσμα κάτω από το crux (VII) δεν έβαλα κάτι, παρόλο που όλες τις προηγούμενες φορές έβαζα. Η πλακέτα ήταν φορτωμένη με έναν κρίκο εγκατάλειψης και ένα κλειδί ξενοδοχείου. Ο μακαρίτης Τσουπράς έβαζε συχνά τέτοια πριν τα δύσκολα περάσματα των διαδρομών του. Δε ξέρω που τα έβρισκε, τούτο ήταν από το Hilton! Κλιπάρω το σετάκι από το σκουριασμένο εγκαταληφτήρι και δοκιμάζω το πέρασμα. Μια δυναμική ανόρθωση είναι και μετά ένα καλό πιάσιμο σε σχισμή που παίρνει και τέλεια ασφάλεια. Διστάζω, δεν ήμουν και στα καλύτερα μου. Σκέφτομαι να βάλω πρώτα σωστά το σετάκι στην πλακέτα. Και τότε κάνω το τελικό λάθος. Αντί να βάλω στην πλακέτα πρώτα ένα άλλο σετάκι και να βγάλω το πρώτο μετά, ξεκλιπάρω την μόνη μου ασφάλεια μέχρι το ρελέ 5-6 μέτρα.
Τα πόδια μου πατάγανε καλά, αλλά το δεξί μου χέρι έπιανε μόλις κάτι γρέζια, ίσα για την ισορροπία. Με το αριστερό μου προσπαθώ με δυσκολία να κλιπάρω σωστά το σετάκι, όταν ξαφνικά ένοιωσα να με παίρνει ο ύπνος. Δεν ήταν ύπνος, το δεξί μου χέρι είχε γλιστρήσει και πριν προλάβω να αντιδράσω έπεφτα. Το κορμί μου σπάει καθώς προσκρούει στα βράχια. Η πρώτη επαφή έντονη, η δεύτερη ήπια, η τρίτη συντάραξε τον κορμό μου. Οξύς πόνος μου κόβει την ανάσα. Το σχοινί τέντωσε, κρεμιέμαι ανάποδα στο κενό.
...σκληρή δοκιμασία που ανέδειξε το μέγεθος της τρωτότητας που φέρουμε σαν κοινοί θνητοί, την οποία κάποιοι παλεύουμε με κάθε λογής σκαρφίσματα να παραβλέψουμε.
Οι αισθήσεις επανέρχονται σε δαιμονισμένη εγρήγορση και για κλάσματα δευτερολέπτου νοιώθω να έχω χάσει την επαφή με τα πόδια μου. Σοκ, δε θέλω να το πιστέψω. Γυρίζω τα πόδια κάτω και ναι, αν και μουδιασμένα, ανταποκρίνονται. Δοκιμάζω να ανέβω λίγο πιο πάνω. Αδύνατον. Πονάω πολύ πια σε όλο μου το σώμα. Τότε εισέρχομαι σε μια νέα κατάσταση. Τα πάντα κοκκινίζουν γύρω μου σε red alert mode. Πρέπει να διατηρήσω τις αισθήσεις μου, δεν πρέπει να λιποθυμήσω κρεμασμένος . Κοιτάζω πιο χαμηλά υπάρχει ένα πατάρακι με ένα θάμνο. Φωνάζω στον Γιώργο “άσε με κάτω”. Σοκαρισμένος κι αυτός, κρατά με αγωνία τα σχοινιά που σταμάτησαν την πτώση μου, χωρίς να αντιδρά. νομίζοντας ότι του λέω να τ’ αφήσει και να πέσω. Κάποια στιγμή θα καταλάβει και με κατεβάζει αργά. Με βαθιές ανάσες προσπαθώ να ελέγξω την σκοτοδίνη που με απειλεί. Ο Γιώργος φωνάζει στον Λαζανά για βοήθεια και εγώ επιτέλους προσεδαφίζομαι στο παταράκι. Προσπαθώ να σταθώ όρθιος, παίρνω τηλέφωνο τον Μπελογιάννη, να κατέβει για βοήθεια και ξαπλώνω κάπως στο μικρό πατάρι. Πιο ήμερος πια, σύντομα θα δω τον Λαζανά να με προσεγγίζει. .
Ήμουν τυχερός που στην ορθοπλαγιά έτυχε να βρίσκονται τόσοι φίλοι. Έμπειροι όλοι τους, οδηγοί βουνού και εκπαιδευτές ορειβασίας, έκαναν ότι έπρεπε για να κατέβω ασφαλής το συντομότερο από την ορθοπλαγιά Τους είμαι ευγνώμων, αλλά και σε όλους όσους έσπευσαν να βοηθήσουν, στην τοπική ομάδα της Πυροσβεστικής, στους φίλους αναρριχητές και στα παιδιά της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης Αττικής που έτρεξαν από την Αθήνα, στον πρόεδρο της ομοσπονδίας μας κ.Δημήτρη Γιωργούλη, στην γιατρό Αλεξάνδρα Κουκούτση που φρόντισε για την ανάρρωση μου και στην οικογένεια μου που με υποστήριξε.
Φυσικά η τελευταία μου αποστολή πήγε στράφι. Αντί να ολοκληρώσω την χρυσή δεκαετία του αλπινιστή σε κάποια ψηλή κορυφή, την έβγαλα το υπόλοιπο καλοκαίρι στον τέταρτο όροφο του ΚΑΤ με κατάγματα στην σπονδυλική στήλη, λεκάνη, πλευρά. Αν και η ανάρρωση υπήρξε σχετικά σύντομη και καλή, το σώμα μου δεν θα ήταν ποτέ ξανά το ίδιο, για να το δοκιμάζω σε μεγάλες κακουχίες, Το ίδιο και η ψυχολογία μου μετά από αυτήν την σκληρή δοκιμασία που ανέδειξε το μέγεθος της τρωτότητας που φέρουμε σαν κοινοί θνητοί, την οποία κάποιοι παλεύουμε με κάθε λογής σκαρφίσματα να παραβλέψουμε. Ο απαραίτητος αναστοχασμός θα έπληττε βαθιά ριζωμένες βεβαιότητες γι’ αυτήν την εγωιστική δραστηριότητα που αγαπάμε και θα έθετε σε άλλα επίπεδα προτεραιότητες και ανάγκες. Έτσι κακώς ή ..καλώς, θα κλείσει ο δικός μου κύκλος στις μεγάλες οροσειρές του κόσμου.
Ιστορίες της Πλάκας για τις μέρες της καραντίνας:
Γεννήθηκε το 1969 και σκαρφαλώνει στα βουνά από τα 16 του. Έχει καταφέρει σημαντικές αναρριχήσεις σε διαδρομές βράχου, πάγου και μικτού πεδίου στα βουνά της Ελλάδας, στις Άλπεις, Δολομίτες, Γερμανία, Βρετανία, Νορβηγία. Επίσης, έχει συμμετάσχει σε ορειβατικές αποστολές σε βουνά μεγάλου υψομέτρου, στο Περού-Άνδεις, Αφρική-Κένυα, στο Νεπάλ, Θιβέτ, Πακιστάν, Ινδία, Κιργιστάν. Είναι ομοσπονδιακός εκπαιδευτής ορειβασίας και οδηγός βουνού από το 1993, συν-συγγραφέας των εγχειριδίων ορειβασίας, η Τέχνη του Βουνού (2010, 2011) και Ορεινή Πεζοπορία (2012).