Ιστορίες της Πλάκας για τις μέρες της καραντίνας: 'Παιχνίδια με τον χρόνο'!

Τελος Εποχής 6η σχοινια Τελος Εποχής 6η σχοινια © Γ. Βουτυρόπουλος

Η ταχύτητα είναι μια παράμετρος που όλο και περισσότερο υπολογίζεται στην αξία μιας ανάβασης στις μέρες μας. Οι θιασώτες της προβάλλουν  τα πλεονεκτήματα της σε δύο επίπεδα. Στην ασφάλεια -με την έννοια του περιορισμού έκθεσης σε αντικειμενικούς κινδύνους και στην αποτελεσματικότητα -με την έννοια ότι αυτός που σκαρφαλώνει γρήγορα μπορεί να σκαρφαλώσει περισσότερα μέτρα. Η αλήθεια είναι ότι για να σκαρφαλώσεις γρήγορα θα πρέπει να κάνεις αρκετές εκπτώσεις στην ασφάλεια, ιδιαίτερα σε τεχνικές αναρριχήσεις, επίσης ακόμη και στο μακρινό παρελθόν που ο χρόνος λογιζόταν λιγότερο, οι ορειβάτες σκαρφάλωναν  με αποτελεσματικότητα μεγάλες και τεχνικά δύσκολες διαδρομές. Αυτό που φαίνεται  μάλλον να ενισχύει την προσέγγιση είναι, ο σύγχρονός τρόπος ζωής που έχει προάγει την ίδια την  ταχύτητα σε αξία και κέρδος. Επίσης, η εξέλιξη των υλικών, των μέσων και της πληροφόρησης διευκολύνει τον αναρριχητή να κουβαλά λιγότερο βάρος και να επικεντρώνεται στην προσπάθεια με μεγαλύτερη ακρίβεια. Στην πραγματική αναρρίχηση ωστόσο η ποιότητα  υπερέχει της ταχύτητας.

Τους όρους του παιχνιδιού της Πλάκας θα τους θέσει ο πολύς Γιάννης Θεοχαρόπουλος που ήταν ο πρώτος που κουβάλησε χρονόμετρο στην μεγαλύτερη ορθοπλαγιά της χώρας. Το 1991 θα εκπλήξει  την αναρριχητική κοινότητα μας   με την πρώτη σόλο ανάβαση της κλασσικής “Μιχαηλίδη-Λεοντιάδη” και μάλιστα στον απίθανο για την εποχή χρόνο των 5.35', χρησιμοποιώντας ένα κομμάτι σχοινί για ασφάλεια μόνο σε ένα σημείο. Αδιανόητη επίδοση, για κάποιον που σκαρφάλωνε μόλις 2 χρόνια και είχε ξανακάνει τη διαδρομή μια δύο φορές μόνο.  Επιπλέον,  ο Γιάννης εκείνη την εποχή ήταν  φαντάρος, με ότι αυτό συνεπάγεται  στην προετοιμασία του και απείχε βέβαια κάπως, από τον υπεραθλητή που γνωρίσαμε τα επόμενα χρόνια.

Η πρωτοποριακή του αυτή προσπάθεια παρέμεινε αξεπέραστη για μια ολόκληρη 20ετια. Το ρεκόρ ανάβασης θα καταφέρουμε να το ισοφαρίσουμε με τον Δημήτρη Δασκαλάκη μόλις το 2008 μπαίνοντας στην ορθοπλαγιά από την λίγο πιο δύσκολη διαδρομή “Χλόη”. Η επιλογή κίνησης σαν σχοινοσυντροφιά, έθετε έτσι κι αλλιώς επιπλέον   περιορισμούς ως προς την ταχύτητα. Όσο καλά και αν μπορούν να συγχρονιστούν δυο αναρριχητές στον να κινούνται δεμένοι ταυτόχρονα και με κάποια ασφάλεια, οι παύσεις και τα κενά είναι αναπόφευκτα. Αντίθετα, αυτός που κινείται μόνος του έχει τον απόλυτο έλεγχο του ρυθμού, τουλάχιστον σε έναν μέτριο βαθμό τεχνικής δυσκολίας, γιατί στις δύσκολες αναρριχήσεις τα πράγματα αλλάζουν λίγο.

Και άλλες φορές νωρίτερα είχα προσπαθήσει να τρέξω την ορθοπλαγιά αυτή. Το καλοκαίρι του 1996 με δυο απανωτές εξορμήσεις, μέσα σε μια βδομάδα, πρώτα με τον αείμνηστο Μπάμπη Τσουπρά και μετά με τον αδελφό μου, στα πλαίσια προετοιμασίας για το πιλιέ Freney στις Άλπεις. Και τις δυο φορές ωστόσο κουβαλούσαμε βαρύ σακίδιο με εφόδια για διανυκτέρευση στην Βαθιά Λάκκα και σκαρφάλωμα στην Πυραμίδα την δεύτερη ημέρα, οπότε οι χρόνοι μας  δεν ήταν οι αναμενόμενοι. Για πρώτη φορά θα καταφέρω να σπάσω το όριο των 10 ωρών στην Κλασσική το 2002 με την Λένια Μάνδρου, όταν βγήκαμε στην Ράμπα του Μιχαηλίδη σε 8 ώρες.

Έτσι περίπου είχαν τα πράγματα μέχρι το καλοκαίρι του 2011, που αποτελεί μια σημαντική στιγμή  για την ιστορία της Πλάκας. Εκείνη τη χρονιά λοιπόν, αποφάσισε να ασχοληθεί με την ορθοπλαγιά, ο Πάνος Αθανασιάδης που ήταν τότε στα ..ντουζένια του. Ο Πάνος ξεκίνησε την καριέρα του στα βουνά με κάτι πρώιμες σολαρίες σε Όλυμπο και Αστράκα, για να εξελιχθεί σε μια ηγετική μορφή του αλπινισμού της χώρας με κορυφαία διάκριση την επανάληψη των 6 διάσημων βορινών των Αλπεων και τις σόλο αναρριχήσεις του στη βόρεια του Matterhorn και στο πιλιέ Freney. Επιστήμονας Φυσικός στην κανονική ζωή του, βάλθηκε κείνο το καλοκαίρι να ερευνήσει την ορθοπλαγιά με τον τρόπο που είχε μάθει στα πανεπιστήμια και κυριολεκτικά την ..ξεψάχνισε! Βασικός του στόχος ήταν το άνοιγμα μιας νέας διαδρομής στο ανώτερο -πάνω από το διάζωμα τμήμα, την οποία κατάφερε στα τέλη Αυγούστου παρέα με τον Γιάννη Κωνσταντάκη και η οποία αποτελεί μια από τις δυσκολότερες αναρριχήσεις της πλαγιάς αυτής και όχι μόνο (Σκιάς Όναρ VII, 700 μ.). Παράλληλα βάλθηκε να εξαντλήσει τις δυνατότητες του στην “Μιχαηλίδη-Λεοντιάδη”.

Στο τέλος της διαδρομής “Μιχαηλίδη-Λεοντιάδη” με τον Π. Αθανασιάδη, το χρονόμετρο έχει γράψει 2 ώρες και 31 λεπτά.

Μια πρώτη καλή προσπάθεια έκανε με τον Κωνσταντάκη, οπότε θα κατεβάσει το ρεκόρ στις 5.20’ ώρες.  Θα ακολουθήσει το εκπληκτικό των τεσσάρων ωρών   με τον Αλέκο Ασημακόπουλο και η μελέτη του είχε πια ολοκληρωθεί. Δεν θυμάμαι ποιανού ιδέα ήταν να δοκιμάζαμε μια ακόμη φορά μαζί την Κλασσική. Όπως και να’ χει  όμως εκείνο το Σάββατο ξεκινήσαμε ξημερώματα από Αθήνα για τη Συκιά με σκοπό να ‘χουμε γυρίσει πίσω σπίτι το ίδιο απόγευμα, έχοντας κατεβάσει το ρεκόρ στις τρεις ώρες.. Η ημέρα προμηνύονταν ζεστή και η ανηφοριά για την βάση της ορθοπλαγιάς έφτανε να μας μουσκέψει στον ιδρώτα πρωί πρωί. Ξεκινήσαμε με τον Παναή μπροστά. Ο εξοπλισμός μας λιτός, ένα μονό σχοινί 35 μέτρων, 5 ropeman, 5 καρυδάκια, 3 φρεντ, μερικοί ιμάντες και καραμπίνερ. Το σχέδιο ήταν ο επικεφαλής να αρκεστεί σε αυτά μέχρι το μεγάλο διάζωμα, το πρώτο δηλαδή και δύσκολο 1/3 της διαδρομής. Η σχοινοσυντροφιά θα απέφευγε έτσι το χάσιμο χρόνου σε ρελέ και θα μπορούσε να κινείται δίχως στάση. Τα ropeman θα έμπαιναν σε κάποιες πλακέτες για να διασφαλίζουν  τον επικεφαλής σε περίπτωση πτώσης του δεύτερου. Το πρώτο σημείο που θα συναντιόμασταν θα ήταν το διάζωμα.

Η μόνη ανθρώπινη δραστηριότητα που δεν περιέχει ματαιότητα είναι να χαζεύεις στην τηλεόραση..

Χαζεύω τον Πάνο στα πρώτα μέτρα,  φαίνεται πόσο έχει μελετήσει τη διαδρομή, καθώς κινείται με απίστευτη ακρίβεια και  άνεση. Νοιώθω μεγάλη σιγουριά και ακολουθώ χωρίς να περιμένω να τεντώσει το σχοινί. Το σχέδιο επίσης ήταν να μην σταματάμε λεπτό το σκαρφάλωμα και οι δυο μας, έτσι ρουφάω ανεβαίνοντας τα μπόσικα στο gri-gri όταν αργεί ο επικεφαλής και δίνω σχοινί όποτε αργώ εγώ, για να μην τον κόβω στο σκαρφάλωμα του. Μόνο πάνω, στα εύκολα πριν το διάζωμα δεν μπορώ πια να τον προλάβω και το σχοινί θα τεντώσει. Φτάνουμε κάθιδροι στη βάση  του δεύτερου τμήματος, κοιτάμε το ρολόι έχουμε κάνει μόλις μια ώρα! Αλλάζουμε υλικά, λίγα ζουμιά για την ενυδάτωση και φύγαμε πάνω με στόχο πια τις δυο ώρες. Με εξαίρεση την πρώτη σχοινιά το πάνω τμήμα της διαδρομής είναι  πιο εύκολο, οπότε το σχέδιο περιλαμβάνει να κινούμαστε με λιγότερες ασφάλειες ενδιάμεσα για λιγότερες τριβές. Τρέχουμε να προλάβουμε την ώρα, το ανάπτυγμα όμως του δεύτερου μέρους είναι διπλάσιο του πρώτου. Ο ήλιος  δεν θα μας πιάσει  στην ορθοπλαγιά καθώς θα βγούμε στην Ράμπα Μιχαηλίδη στις 10:30, με συνολικό χρόνο 2 ώρες και 31 λεπτά! 

Μπορεί σε κάποιους που δεν γνωρίζουν να φαντάζει γελοίο το να διανύσεις μια απόσταση 1100 μέτρων σε δυόμιση ώρες, όμως όποιος έχει σκαρφαλώσει  έστω και μια φορά στη ζωή του σε ορθοπλαγιά, μπορεί νομίζω να καταλάβει. Το παιχνίδι μας εκείνο το καλοκαίρι δεν άρεσε σε μερικούς που έσπευσαν να λοιδορήσουν τον φίλο μου που πρόβαλε μια τόσο ριψοκίνδυνη και ανώφελη γι’ αυτούς προσέγγιση της αναρρίχησης. Ο Πάνος ωστόσο δεν έκανε τίποτε περισσότερο από ότι κάνουν χρόνια τώρα οι ορειβάτες, εξερευνώντας και επεκτείνοντας τα όρια της ανθρώπινης δράσης, όχι απαραίτητα για κάποιο συγκεκριμένο όφελος, αλλά γιατί απλά ..το μπορούν!  Ματαιότητα; Πιθανόν, και λοιπόν; Η μόνη ανθρώπινη δραστηριότητα που δεν περιέχει ματαιότητα είναι να χαζεύεις στην τηλεόραση. Το κρεσέντο του Παναή θα ολοκληρωθεί  μερικές μέρες αργότερα, όταν θα ξαναγυρίσει στην “Μιχαηλίδη-Λεοντιάδη” μόνος του - σόλο  χωρίς μποντριέ, για να την τρέξει στον εκπληκτικό χρόνο της 1 ώρας και 53 λεπτών, που αποτελεί και το ρεκόρ ανάβασης της ορθοπλαγιά αυτής μέχρι σήμερα. 

 

Γιώργος Βουτυρόπουλος

Γεννήθηκε το 1969 και σκαρφαλώνει στα βουνά από τα 16 του. Έχει καταφέρει σημαντικές αναρριχήσεις σε διαδρομές βράχου,  πάγου και μικτού πεδίου στα βουνά της Ελλάδας, στις Άλπεις, Δολομίτες, Γερμανία, Βρετανία, Νορβηγία. Επίσης, έχει συμμετάσχει σε ορειβατικές αποστολές σε βουνά μεγάλου υψομέτρου, στο Περού-Άνδεις,  Αφρική-Κένυα, στο Νεπάλ, Θιβέτ, Πακιστάν, Ινδία, Κιργιστάν.  Είναι ομοσπονδιακός εκπαιδευτής ορειβασίας και οδηγός βουνού από το 1993,  συν-συγγραφέας των εγχειριδίων ορειβασίας, η Τέχνη του Βουνού (2010, 2011) και Ορεινή Πεζοπορία (2012). 

ΕΠΟΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΕΣ